Είναι αρκετά μεγάλος ο αριθμός των ατμοσφαιρικών ρύπων που υπάρχουν στην ατμόσφαιρα των βιομηχανικών κέντρων και δημιουργούνται τόσο από σταθερές εγκαταστάσεις (π.χ. βιομηχανικές μονάδες, σταθμοί παραγωγής ενέργειας), όσο και από τα αυτοκίνητα.
Παρά το γεγονός ότι η εισπνοή τοξικών ουσιών κατά τη διάρκεια επαγγελματικής έκθεσης σε μεμονωμένες επαγγελματικές ομάδες έχουν μελετηθεί επαρκώς, η μελέτη της επίδρασης συνήθων τοξικών περιβαλλοντικών ρύπων στην υγεία, έχει αρχίσει να γίνεται σχετικά πρόσφατα από την ιατρική επιστήμη.
Μετά από μια σειρά δραματικών γεγονότων όπως η μεγάλη αύξηση των θανάτων στο Λονδίνο από το νέφος του Λονδίνου το 1952, καθώς και κατά τη δεκαετία του 1960 στη Νέα Υόρκη, θεσπίστηκαν με ειδική νομοθεσία αυστηρότερα όρια για τους περιβαλλοντικούς ρύπους και διοργανώθηκαν συστηματικές έρευνες. Έτσι μετρώνται επίπεδα ασφαλείας ορισμένων ουσιών όπως του διοξειδίου του θείου, του διοξειδίου του αζώτου, του όζοντος, του μολύβδου, του μονοξειδίου του άνθρακα, των σωματιδίων με διάμετρο μικρότερη από 10 μm.
Η χημική δομή διαφόρων ρύπων αλλάζει κατά την παραμονή τους στην ατμόσφαιρα. Έτσι, το διοξείδιο του θείου μπορεί να αντιδράσει με σωματιδιακή σκόνη, με αποτέλεσμα τη δημιουργία θειικών αλάτων που είναι συστατικά της όξινης βροχής. Τα οξείδια του αζώτου και ενώσεις που αποβάλλονται με τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων αντιδρούν με το ηλιακό φως, με αποτέλεσμα την παραγωγή όζοντος. Η παραγωγή όζοντος σε χώρες όπως η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα αυξημένη σε συνθήκες καύσωνα κατά τη θερινή περίοδο, με αποτέλεσμα αρκετά άτομα να εμφανίζουν ερεθισμό των ματιών, των βλεννογόνων, καρδιοαναπνευστικά προβλήματα σε αυτές τις συνθήκες.
Σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, το είδος των παθήσεων που προκαλεί ο ρύπος εξαρτάται από την ικανότητά του να μεταφέρεται στο κατώτερο τραχειοβρογχικό δέντρο στα τελικά βρογχιόλια και στις κυψελίδες, από την ποσότητα και τη χημική δομή του, από την αμυντική ικανότητα και ευαισθησία του οργανισμού έναντι των τοξικών του επιδράσεων και από τη χρονιότητα της έκθεσης.
Σύμφωνα με τις μελέτες αυτές, αέρια υψηλής διαλυτότητας όπως το διοξείδιο του θείου απορροφώνται κατά πλειοψηφία από τους ανώτερους αεραγωγούς, με αποτέλεσμα να προεξάρχουν ανάλογα συμπτώματα σε οξεία έκθεση (μπούκωμα, ρινικός ερεθισμός). Αέρια μικρότερης διαλυτότητας όπως το διοξείδιο του αζώτου, φτάνουν έως τα αναπνευστικά βρογχιόλια και τις κυψελίδες, με αποτέλεσμα πνευμονικό ερεθισμό σε οξεία έκθεση (δύσπνοια, αποδιοργάνωση πνευμονικής λειτουργίας).
Με ανάλογο τρόπο σωματίδια μεγάλης διαμέτρου κατακρατούνται από τους ανώτερους αεραγωγούς, σωματίδια μικρότερης διαμέτρου διεισδύουν στο κατώτερο τραχειοβρογχικό δέντρο και στον πνεύμονα, ενώ σωματίδια με διάμετρο μικρότερη από 0,1 μm έχουν την τάση να παραμένουν αιωρούμενα στον αέρα και μόνο τυχαία μπορεί να έλθουν σε επαφή με το κυψελιδικό τοίχωμα. Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι μπορεί να προκαλέσουν γενικώς βήχα, μπούκωμα, δύσπνοια, οφθαλμικά προβλήματα, σε οξεία έκθεση. Η χρόνια έκθεση μπορεί να προκαλέσει γενικώς μείωση της αναπνευστικής εφεδρείας, ενώ σύμφωνα με ορισμένες μελέτες αυξάνονται τα ποσοστά καρκινογενέσεων.
Το είδος των νοσημάτων από τα οποία πάσχει ο οργανισμός καθώς και το status υγείας του είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες. Τα αλλεργικά άτομα μπορεί να έχουν έντονα οξέα συμπτώματα ακόμη και σε περίπτωση μικρής έκθεσης. Οι δυσμενείς επιδράσεις των ρύπων αυξάνουν όταν ένα άτομο πάσχει από πνευμονοπάθεια, καρδιοπάθεια ή καπνίζει. Το 1952 στο Λονδίνο μελέτες απέδωσαν 4.000 θανάτους στην αύξηση του νέφους.
Μέτρα πρόληψης των δυσμενών επιδράσεων των ρύπων:
Πηγή:www.iatronet.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;