Για την Ευρώπη, το ερώτημα είναι τι πρέπει να κάνουν οι κυρίαρχες δυνάμεις της (Γερμανία), για να αντιμετωπιστεί με επιτυχία η ευρωπαϊκή κρίση, χωρίς να εμφανιστούν διαλυτικά φαινόμενα. Δυστυχώς όμως, δεν υπάρχουν και στα δύο αυτά (αλληλένδετα μεταξύ τους) ερωτήματα σαφείς και πειστικές απαντήσεις.
Οι αυτάρεσκες τοποθετήσεις ότι η Ελλάδα όπου να ʼναι… βγαίνει από την κρίση και ότι στην Ευρώπη οι γερμανικές πολιτικές οικονομικής και κοινωνικής αναδιάρθρωσης αποδίδουν θετικούς καρπούς, φοβούμεθα ότι δεν αποδίδουν με ακρίβεια την πραγματικότητα ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Ευρώπη. Εν πάση περιπτώσει, δεν αντιστοιχούν στην κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα της ανεργίας, της ύφεσης και της όξυνσης των ενδοευρωπαϊκών εθνικών και κοινωνικών ανισοτήτων, ενώ μια διαρκώς διευρυνόμενη μερίδα Ευρωπαίων πολιτών δυστυχώς αρχίζει να φλερτάρει όλο και περισσότερο είτε με τον δεξιό είτε με τον αριστερό ευρωσκεπτικισμό.
Σʼ αυτό το περιβάλλον, οδηγούμεθα στις ευρωεκλογές του Μαΐου. Ο κ. Σαμαράς έσπευσε, με την έναρξη της ελληνικής προεδρίας, να θέσει το πολιτικό-εκλογικό δίλημμα της κυβέρνησης, αφού προηγουμένως «ξεκαθάρισε» ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι δύναμη αντιευρωπαϊκή, αντιδυτική και αντινατοϊκή: «Ναι ή όχι στην Ευρώπη».
Το δίλημμα Σαμαρά-κυβέρνησης συνοδεύεται με μια ουσιαστική επεξήγηση: Επειδή δεν υπάρχει άλλη ευρωπαϊκή πολιτική από αυτήν που εφαρμόζει η κυβέρνηση, το «ναι στην Ευρώπη» σημαίνει «ναι στην πολιτική μας». Οσοι θέλουν «άλλη πολιτική», επειδή τέτοια δεν υπάρχει, ουσιαστικά τοποθετούνται στο «όχι στην Ευρώπη»! Προς ενίσχυση μάλιστα του «διλήμματος» αυτού διατυπώνεται και ένα συμπληρωματικό ερώτημα: Είναι δυνατόν ποτέ η Ευρώπη να δώσει ή να παραχωρήσει στον κ. Τσίπρα κάτι περισσότερο απʼ ό,τι είναι διατεθειμένη να δώσει στον κ. Σαμαρά; Η «λογική» απάντηση προφανώς είναι όχι, με βάση όμως τα δεδομένα και τους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς της «προηγούμενης ημέρας» των ευρωεκλογών.
Εάν τα δεδομένα αλλάξουν, ίσως είναι διαφορετικές και οι απαντήσεις της «επόμενης ημέρας». Ιδίως αν αλλάξουν τα πράγματα στη Γαλλία, την Ιταλία ή την Ισπανία -υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις-, οπότε θα έχουμε ένα νέο πλαίσιο εξελίξεων στην Ευρώπη, όπου η Γερμανία θα υποχρεωθεί να επανεξετάσει τις ευρωπαϊκές πολιτικές της, εάν θέλει να υπάρξει η Ευρωζώνη και η ενιαία Ευρώπη, όπως την ξέρουμε σήμερα. Ενώ η ανάγκη αποτροπής διεθνών αναταράξεων θα παρακινήσει τις ΗΠΑ σε πιο παρεμβατική πολιτική στις ευρωπαϊκές υποθέσεις και παράλληλα μεγαλύτερη δραστηριοποίηση του Παρισιού, της Ρώμης και της Μαδρίτης.
Είναι ένα πιθανό σενάριο. Το επισημαίνουμε γιατί η πολιτική ελίτ στην Ελλάδα σκέφτεται με βάση αποκλειστικά τον σημερινό «γερμανικό μονόδρομο» και σχεδιάζει «προεκλογικά διλήμματα» εν όψει ευρωεκλογών, που την επομένη ίσως να μην ισχύουν…
Ο Παναγιώτης Παναγιώτου είναι δημοσιογράφος
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;