Με αφορμή το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι απόπειρες εξαπάτησης ελληνικών εξαγωγικών επιχειρήσεων, το Γραφείο ΟΕΥ Βερολίνου έχει συντάξει σημείωμα, με το οποίο εφιστά την προσοχή στις ελληνικές επιχειρήσεις να είναι ιδιαιτέρως προσεκτικές κατά τις συναλλαγές τους με γερμανικές ή και διεθνείς εταιρείες, οι οποίες φερόμενες να διαθέτουν υποκαταστήματα/αποθήκες στη Γερμανία εμφανίζονται να λειτουργούν ως κανονικές επιχειρήσεις δια της οικειοποίησης στοιχείων υπαρκτών και νομίμως εν λειτουργία εταιρειών.
Σύμφωνα με το Γραφείο ΟΕΥ Βερολίνου, είναι πρωτίστως αναγκαίο, προς αποφυγήν παρακινδυνευμένων δεσμεύσεων σύναψης συνεργασίας, οι ελληνικές εταιρείες πριν την οριστικοποίηση οιασδήποτε παραγγελίας με επιχείρηση με την οποία δεν έχουν στο παρελθόν συνεργαστεί, να συμβουλεύονται το επιχειρηματικό προφίλ της εν λόγω εταιρείας, ιδίως δε όταν οι συναλλαγές διενεργούνται διαδικτυακά ή μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, καθόσον έχει παρατηρηθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα προϊόντα που προσφέρονται να μην συγκαταλέγονται σε αυτά που φέρεται να εμπορεύεται ο οίκος, σύμφωνα με την ιστοσελίδα του.
Σημειώνεται ότι έχει επανειλημμένως παρατηρηθεί οι δράστες, φερόμενοι ως εκπροσωπούντες νόμιμες γερμανικές ή και διεθνείς εταιρείες, με οποίες ουδεμία σχέση έχουν, να παρέχουν συχνά ως στοιχεία επικοινωνίας ιδιωτικούς λογαριασμούς ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, κινητά τηλέφωνα, ανύπαρκτες διευθύνσεις εγκαταστάσεων, αποθηκών κ.λπ. και να αποπειρώνται να προσελκύσουν ελληνικές εταιρείες μέσω ηλεκτρονικής μόνον αλληλογραφίας, προσφέροντας δήθεν δελεαστικές τιμές και αποσπώντες σημαντικές προκαταβολές.
Συνιστάται στις περιπτώσεις στις περιπτώσεις αυτές οι ελληνικές εταιρείες να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές και να επιδιώκουν οπωσδήποτε απευθείας επικοινωνία με την δηλούμενη εταιρεία, μέσω του τηλεφωνικού κέντρου της, ο αριθμός του οποίου θα πρέπει να ανακτηθεί από ανεξάρτητη πηγή (π.χ. διαδίκτυο, βάσεις δεδομένων κ.α.) και όχι ενδεχομένως από τα στοιχεία που αναγράφονται στα ηλεκτρονικά μηνύματα του φερόμενου ως εκπροσώπου της εταιρείας (εφόσον αυτά δεν συμπίπτουν με τα στοιχεία της εταιρείας που έχουν ανακτηθεί από άλλη πηγή).
Δια της, κατά του ανωτέρω τρόπου επικοινωνίας, θα πρέπει αφενός να διασφαλίζεται η εγκυρότητα της ταυτότητας του εκπροσώπου της εταιρείας που πραγματοποιεί την παραγγελία και αφετέρου να διευκρινίζονται οι όροι συναλλαγής και ενδεχομένως – ανάλογα με την πολιτική της εκάστοτε εταιρείας – να μην προχωρούν σε προκαταβολή προ της αποστολής των προϊόντων, εφόσον δεν διαθέτουν τα πλήρη στοιχεία του εντολοδόχου εκτέλεσης της παραγγελίας.
Επίσης, θα πρέπει να επιμένουν να τους παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τον Αριθμό Εγγραφής στο Ομοσπονδιακό Μητρώο Επιχειρήσεων (στα Γερμανικά με τα αρχικά HRB) καθώς και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου της επιχείρησης (στα Γερμανικά USt-Id: DE ακολουθούμενο από 9ψήφιο αριθμό), στοιχεία τα οποία, συνήθως, παρέχονται από όλες τις νομίμως λειτουργούσες γερμανικές εταιρείες.
Η διαφορετική διεύθυνση παράδοσης των προϊόντων από εκείνη της εταιρείας, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συναλλασσόμενη εταιρεία δεν διαθέτει υποκατάστημα ή αποθήκες στη συγκεκριμένη διεύθυνση που φέρεται να πραγματοποιεί την παραγγελία, αποτελεί επίσης ένδειξη πιθανής απάτης.
Εν κατακλείδι, συνίσταται από το Γραφείο ΟΕΥ Βερολίνου, όπως ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες προτίθενται να συνάψουν συνεργασία με γερμανικές εταιρείες που δεν συγκεντρώνουν ακριβή στοιχεία ταυτοποίησης, όπως επίσημος ιστότοπος, πλήρης διεύθυνση, σταθερό τηλέφωνο, εταιρικό προφίλ, εταιρικό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ΑΦΜ κ.λπ., να επιδιώκουν επικοινωνία προηγουμένως με τα Γραφεία ΟΕΥ Βερολίνου, Μονάχου και Ντύσσελντορφ.