Το Πυραυλικό Πυροβολικό της Ρωσίας γιόρτασε πρόσφατα την 50η επέτειο της ίδρυσής του ως ξεχωριστό Οπλο. Το ημερολόγιο έγραφε 28 Μαρτίου 1963, όταν για πρώτη φορά εντάχθηκε στο σοβιετικό στρατό το σύστημα πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων (MLRS) BM-21 «Grad».
Το υψηλό τεχνολογικό επίπεδο του BM-21 «Grad» και των βελτιωμένων τροποποιήσεων του συστήματος, αποτελούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα την αιχμή του δόρατος του σοβιετικού πυραυλικού πυροβολικού και κρατούσε τη Σοβιετική Ένωση στην κορυφή στο συγκεκριμένο τομέα της αμυντικής βιομηχανίας. Η ΕΣΣΔ, ήδη πρωτοπορούσε στα οπλικά συστήματα του πυραυλικού πυροβολικού από την εποχή της δημιουργίας των θρυλικών ρουκετών «Κατιούσα», που συντέλεσαν αποφασιστικά στη νίκη των σοβιετικών όπλων στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ρωσία εξακολουθεί και σήμερα να είναι ένας από τους κορυφαίους παίκτες σε αυτό το κομμάτι της διεθνούς αγοράς όπλων.
Τα κύρια πλεονεκτήματα των MLRS είναι πολλά: Ο αιφνιδιασμός στην επίθεση, η υψηλή πυκνότητα πυραυλικών βλημάτων και το μεγάλο εύρος της ζώνης πυρός, η ακρίβεια στο στόχο, η μεγάλη ταχύτητα βολής και η υψηλή κινητικότητα (έξοδος από την περιοχή του απαντητικού χτυπήματος, μέσα σε λίγα λεπτά). Επίσης, κρίσιμοι παράγοντες που βοήθησαν στην ευρεία χρήση του από τις Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΔ) παγκόσμια, είναι το μικρό μέγεθος του συστήματος, οι πολύ καλοί δείκτες στο κριτήριο «ευκολία στη χρήση – αποδοτικότητα», η δυνατότητα λειτουργίας υπό οποιεσδήποτε χρονικές και καιρικές συνθήκες (παντός καιρού) και το σχετικά χαμηλό κόστος για την απόκτησή του.
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει μια τάση να τοποθετούνται τα πυραυλικά συστήματα πυροβολικού στην κατηγορία των όπλων μαζικής καταστροφής. Το 1980, τα Ηνωμένα Έθνη σύναψαν τη Σύμβαση για ορισμένα συμβατικά όπλα, που απαγορεύει ή περιορίζει τη χρήση ορισμένων συμβατικών όπλων, τα οποία μπορούν να θεωρηθούν ως εξόχως επιβλαβή ή ως προκαλούντα αδιακρίτως αποτελέσματα. Σε αυτό το είδος των όπλων, βέβαια, μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκουν και τα MLRS. Στη βάση της συνθήκης αυτής, τα συστήματα MLR, έχουν πρόσφατα αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία στις ΕΔ της Δανίας και της Ολλανδίας.
Την ίδια στιγμή, τα MLRS με όλα τα παραπάνω «μάχιμα» χαρακτηριστικά απόδοσης, παραμένουν ανάμεσα στα πιο δημοφιλή είδη οπλικών συστημάτων στους περισσότερους στρατούς του κόσμου. Η ζήτηση για MLRS, έχει αυξηθεί κατακόρυφα μετά τον εμφύλιο πόλεμο στη Λιβύη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μονάδες του τακτικού στρατού και των δυνάμεων των υποστηρικτών του Μουαμάρ Καντάφι, αντιστάθηκαν σε πολυπληθέστερα στρατεύματα ανταρτών που υποστηρίζονταν από μαχητικά αεροσκάφη του ΝΑΤΟ, βασιζόμενοι σε μεγάλο βαθμό στα σοβιετικής κατασκευής πυραυλικά συστήματα.
Από τη θρυλική «Κατιούσα» στο «Smerch»
Από τη στιγμή που στις 16 Ιουλίου 1941 η πυροβολαρχία πυραυλικού πυροβολικού του λοχαγού Ιβάν Φλερόφ, με συστήματα «Κατιούσα» BM-13-16 των 132 mm κατέστρεψε τις εγκαταστάσεις στο σιδηροδρομικό σταθμό – κόμβο στην πόλη Όρσα της Λευκορωσίας μαζί με όλες τις γερμανικές αμαξοστοιχίες, τα στρατεύματα και τον εξοπλισμό τους, ανέτειλε η εποχή του σοβιετικού πυραυλικού πυροβολικού. Περίπου ένα χρόνο αργότερα, είχαν ενταχθεί σε υπηρεσία το τροποποιημένο μοντέλο της «Κατιούσα» των 300 mm και το πυραυλικό σύστημα BM-31-12 «Andryusha», με πιο προηγμένο σύστημα καθοδήγησης βλήματος.
Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο σοβιετικός στρατός είχε εντάξει αρκετά συστήματα πυραυλικού πυροβολικού μάχης στις δυνάμεις του, όπως το BM-24 των 240 mm, το BM-14 των 140-mm, το BMD-20 «Storm-1» των 140 mm και το PPU-14 των 200 mm. Τα παλιά αλλά αξιόπιστα MLRS είναι ακόμη σε λειτουργία σε αρκετές ΕΔ χωρών του πλανήτη. Ωστόσο, διαφέρουν ελάχιστα από τις θρυλικές ρουκέτες «Κατιούσα». Το μέγιστο βεληνεκές των πυραυλικών βλημάτων τους, δεν ξεπερνά τα δέκα χιλιόμετρα (με εξαίρεση το BMD-20, που είναι 18,7 km).
Στον Ψυχρό Πόλεμο
Σημείο καμπής για την πυραυλική τεχνολογία στο πυροβολικό, ήταν το έτος 1963, με την εμφάνιση των BM-21 «Grad» των 122 mm με μέγιστο βεληνεκές τα 20,4 χιλιόμετρα, που με συνεχείς εκσυγχρονισμούς αυξήθηκε στα 40 km. Με βάση την πλατφόρμα του BM-21, κατασκευάστηκαν μια σειρά από σοβιετικά MLRS της κλάσης «Prima», όπως το «Grad-B», το «Grad-BD», το «Grad-P» (ελαφρύ, φορητό σύστημα), το Grad-1», το σύστημα «Grad-Μ» για χρήση σε πλοία και το αυτοπροωθούμενο παράκτιο συγκρότημα «Damba». Τα εξαιρετικά τεχνικά χαρακτηριστικά του συστήματος και το γιγαντιαίο εκσυγχρονισμένο δυναμικό του, είναι ένας από τους κύριους λόγους που το συγκεκριμένο σύστημα, έχει αντιγραφεί και έχει υποστεί άπειρες αναβαθμίσεις σε όλο τον κόσμο.
Το 1976, ο σοβιετικός στρατός ενέταξε στις δυνάμεις του το ισχυρότερο σύστημα πολλαπλής εκτόξευσης πυραύλων «Uragan» των 220-mm, με μέγιστο βεληνεκές τα 35 χιλιόμετρα. Το σύστημα διαθέτει 16 εκτοξευτές ρουκετών (το «Grad» – 40). Το τελευταίο πυραυλικό επίτευγμα της σοβιετικής εποχής ήταν η εμφάνιση του MLRS «Smerch» των 300 mm, που για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα παρέμεινε το σύστημα πυραυλικού πυροβολικού με το μεγαλύτερο βεληνεκές παγκοσμίως, τα 90 χιλιόμετρα. Το σύστημα διέθετε από τέσσερις μέχρι 12 εκτοξευτές. Το πυραυλικό βλήμα διόρθωνε την πτήση με προσαρμοσμένα αεροδυναμικά πτερύγια, με δυνατότητα διασποράς μέχρι το 0,21% της εμβέλειας βολής. Η ζώνη δράσης ενός και μόνο συστήματος μάχης, καλύπτει μια έκταση 672.000 τετραγωνικών μέτρων. Το σύστημα φόρτωσης πυραύλων είναι πλήρως μηχανοκίνητο. Χρησιμοποιούνται σωλήνες μεταφοράς-εκτόξευσης πυραύλων μιας χρήσης. Το MLRS «Smerch», τέθηκε σε λειτουργία το 1987, αν και η ανάπτυξη του είχε ξεκινήσει στη δεκαετία του 1960.
Τα σύγχρονα MLRS
ο νέο MLRS «Tornado-S», που πρόκειται να αντικαταστήσει το «Smerch», αναβαθμίστηκε στους τομείς της αυτόματης καθοδήγησης βλήματος και στόχευσης, το βεληνεκές των πυραυλικών βλημάτων αυξήθηκε στα 120 χιλιόμετρα και η ακρίβεια βολής βελτιώθηκε με ένα αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης και τη χρήση του συστήματος δορυφορικής πλοήγησης GLONASS. Ο χρόνος προετοιμασίας του συστήματος ελαττώθηκε κατά 2,5 φορές σε σύγκριση με τη βασική εκδοχή.
Το βασικό σύστημα «Uragan-1M» των 2×15 – 220 mm, ή των 2×6 – 300 mm, αποτελεί ένα ολοκαίνουργιο MLRS με εμβέλεια που φτάνει τα 80 χιλιόμετρα. Ο επικεφαλής των πυραυλικών δυνάμεων και πυροβολικού του Στρατού Ξηράς της Ρωσίας κατά την περίοδο 2009-2010, αντιστράτηγος Σεργκέι Μπογκατίνοφ, σημείωσε ότι το σύστημα «Uragan-1M» μπορεί να χρησιμοποιήσει το σύνολο των πυρομαχικών που έχουν παραχθεί και αναπτυχθεί για τα MLRS «Uragan» και «Smerch». Οι κεφαλές των πυραυλικών βλημάτων μπορεί να μεταφέρουν πολλών ειδών βομβίδια. Υπάρχουν επίσης πυραυλικά βλήματα με κεφαλές υψηλής εκρηκτικότητας, με αντιαρματικές κεφαλές, με κεφαλές που περιέχουν νάρκες κατά προσωπικού κλπ.
Προς το παρόν, το πιο ισχυρό MLRS στον κόσμο το διαθέτει η Κίνα. Το σύστημα WS-2D των 425 mm (έξι εκτοξευτές), που τέθηκε σε υπηρεσία στις κινεζικές ΕΔ το 2004, αναπτύχθηκε από τη Sichuan Aerospace Industries και έχει δραστικό βεληνεκές 200 χιλιόμετρα. Η εμβέλεια του βασικού μοντέλου WS-1 των 302 mm είναι έως και 180 χιλιόμετρα. Το σύστημα PHL-03 των 300 mm (12 εκτοξευτές), με βεληνεκές 130 km, που αναπτύχθηκε από την εταιρεία Norinco, είναι σχεδόν ένα ακριβές αντίγραφο του σοβιετικού MLRS «Smerch». Αντιγραφή του «Smerch» είναι και το MLRS Α-100 με εμβέλεια έως και 50 χιλιόμετρα. Το βασικό MLRS του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας είναι το Type 81 των 122 mm (αντίγραφο του σοβιετικού «Grad»). Το σύστημα και οι τροποποιήσεις του (τόσο για τροχοφόρα, όσο και για ερπυστριοφόρα οχήματα), προωθείται ενεργά από την Κίνα στη διεθνή αγορά όπλων.
πηγή: http://vpk-news.ru/
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;