Σοφά λόγια από ένα κορυφαίο κεφάλαιο της νεοελληνικής λογοτεχνίας και αποσπάσματα από το σπουδαίο έργο του, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, το οποίο επανατοποθετεί την ουσία τού ευαγγελικού μηνύματος στην εποχή μας.
-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Νίκος Καζαντζάκης…. Ο κορυφαίος Έλληνας συγγραφέας των νεώτερων χρόνων. Τί να πρωτογράψει κανείς για εκείνον το σπουδαίο άνθρωπο, το φιλόσοφο, τον ποιητή, το θεατρικό συγγραφέα και το έργο που άφησε…
Σπούδασε νομικά και έκανε μεταπτυχιακά στο Παρίσι. Θεωρούσε δασκάλους του τον Όμηρο, το Δάντη και τον Μπεργκσόν. Το 1919 διορίστηκε από τον Βενιζέλο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου περιθάλψεως, υπεύθυνος για τους πρόσφυγες από τον Καύκασο.
Ανάμεσα στα πιο γνωστά του έργα είναι : Οδύσσεια, Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946), Ο καπετάν Μιχάλης (1953), Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1954), Ο τελευταίος πειρασμός (1955), Ασκητική, Αναφορά στον Γκρέκο.,
Στο εκπληκτικό μυθιστόρημά του,«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» ξεδιπλώνεται μία από τις πιο σημαντικές πτυχές της πολυσύνθετης προσωπικότητας του Νίκου Καζαντζάκη. Συνετέλεσε όχι μόνο στη διεθνή επιβολή του κορυφαίου δημιουργού του αλλά και σε κάτι ακόμα: ο μεγάλος συγγραφέας γίνεται κήρυκας της Δικαιοσύνης.
Το 1921, στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας-στο χωριό Λυκόβρυση-, οι κάτοικοί του είχαν ένα παλιό έθιμο. Κάθε 7 χρόνια έκαναν την αναπαράσταση των Παθών του Χριστού. Τότε έπρεπε να διαλέξουν μερικούς από τους άνδρες του χωριού να υποδυθούν τους Αποστόλους και έναν που θα υποδυόταν τον Χριστό. Συγκεντρώνονται οι δημογέροντες του χωριού και αποφασίζουν σε ποιους θα αναθέσουν τους ρόλους. Οι δημογέροντες είναι ο παπα-Γρηγόρης, ο γερο-Λαδάς, ο άρχοντας Πατριαρχέας, ο καπετάνιος και ο δάσκαλος του χωριού και αδελφός του παπα-Γρηγόρη. Αποφασίζουν, λοιπόν, να δώσουν το ρόλο του Ιωάννη στο γιο του Πατριαρχέα, τον Μιχελή, το ρόλο του Πέτρου στο Γιαννακό, το ρόλο της Μαγδαληνής στην Κατερίνα, την πόρνη του χωριού, το ρόλο του Ιούδα στον Παναγιώταρο και τέλος το ρόλο του Χριστού στον πιο αθώο που δεν ήταν άλλος από τον βοσκό των προβάτων του Πατριαρχέα, το Μανωλιό.
Μια ομάδα Ελλήνων, κυνηγημένων από τους Τούρκους, που έρχονται εκεί, χωρίζει τη Λυκόβρυση στα δύο. Ο ιερέας και οι προύχοντες αποδιώχνουν τους απόκληρους κι εκείνοι που υποδύονται τους Αποστόλους και τον Χριστό προσπαθούν να τους βοηθήσουν. ΄Επικεφαλής τους είναι ένας πράος, δυναμικός με ψυχή αντάρτη ιερέας, ο παπα-Φώτης. Δυστυχώς οι κάτοικοι της Λυκόβρυσης τους έδιωξαν παρακινούμενοι από τον παπα-Γρηγόρη να μην τους αφήσουν να μείνουν επειδή δήθεν διαπίστωσε ότι μία από τις γυναίκες των προσφύγων έχει χολέρα. Ο Μανωλιός, όμως, με τον Γιαννακό, το Μιχελή και τους άλλους “απόστολους” τους λένε να πάνε στη Σαρακίνα σε κάτι σπηλιές και να μείνουν εκεί. Εδώ, έχουμε την εξέλιξης μιας άγριας πάλης ανάμεσα στους εξαγριωμένους- από τη μακρά λιμοκτονία-πρόσφυγες, και τους κατοίκους τού χωριού. Μια ιδιαίτερη ιστορία με πολύ σύγχρονους απόηχους καθώς το επικό μυθιστόρημα του μεγάλου Νίκου Καζαντζάκη, επανατοποθετεί την ουσία τού ευαγγελικού μηνύματος στην εποχή μας.
“Το μυθιστόρημα “Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται” είναι αναμφίβολα ένα έργο υψηλής καλλιτεχνικής τάξεως, δημιουργημένο από ένα τρυφερό και σταθερό χέρι, και χτισμένο με έντονη δυναμική ισχύ.
Ιδίως θαύμασα την ποιητική διακριτικότητα στη διατύπωση των, λεπτών αλλά αλάθευτων, νύξεων στην ιστορία του Χριστιανικού Πάθους. Δίνουν στο βιβλίο το μυθικό υπόβαθρό του, το οποίο αποτελεί ένα τόσο ζωτικό στοιχείο στη σημερινή επική φόρμα…” έγραψε ο Τόμας Μανν ο οποίος τιμήθηκε με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1929.
“Από τότε που ήμουν μικρό παιδί, κανένας συγγραφέας δεν μου έχει κάνει τόσο βαθιά εντύπωση, όσο ο Νίκος Καζαντζάκης. Το έργο του έχει βάθος και διαχρονική αξία, επειδή [ο Καζαντζάκης] έχει βιώσει πολλά και επειδή, μέσα στην ανθρώπινη κοινότητα, έχει υποφέρει πολλά και προσφέρει πολλά.” έγραψε ο Άλμπερτ Σβάιτσερ, που τιμήθηκε με Νόμπελ Ειρήνης , το 1952.
Συγκέντρωσα κάποια από τα σπουδαία λόγια που βάζει στο στόμα του Παπα -Φώτη (από το βιβλίο “Ο Χριστός ξανασταυρώνεται”) και άλλα, και σας τα παραθέτω:
Αυτό θα πει άνθρωπος: να πονάς, ν’ αδικιέσαι, να παλεύεις και να μην το βάνεις κάτω!
Αν ήταν να με ρωτούσαν ποιος δρόμος πάει στον ουρανό, θ’ απαντούσα: ο πιο δύσκολος.
Μεγάλη κολυμπήθρα τα δάκρυα, παιδί μου…
Θα βρούμε, εκεί που πάμε, το Θεό. Και θα τον βρούμε, όχι όπως τον παριστάνουν όσοι δεν τον είδαν ποτέ τους, ένα ροδομάγουλο γέρο, που κάθεται μακάρια σε πουπουλένια σύννεφα και προστάζει. Μα σα μικρή φωνή που τινάζεται από τα σωθικά μας και σηκώνει πόλεμο.
Χαίρουμαι, άνθρωπος είμαι, όταν μου τύχει ένα καλό, μα πιο πολύ χαίρουμαι όταν πλακώσει η δύσκολη ώρα! Γιατί λέω: τώρα θα δείξεις, παπα-Φώτη, αν είσαι άντρας αληθινός ή κουνέλι.
Όταν πολυσυχάσει το νερό, βουρκιάζει, όταν πολυσυχάσει η ψυχή, βουρκιάζει.
Και στο πιο μικρό πετραδάκι, και στο πιο ταπεινό λουλούδι, και στην πιο σκοτεινή ψυχή, βρίσκεται ολάκερος ο Θεός
Ο σωστός δρόμος είναι ο ανήφορος.
Δεν υπάρχουν ιδέες, υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες, κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τις κουβαλάει.
Δεν ελπίζω τίποτα. Δεν φοβάμαι τίποτα. Είμαι λέφτερος.
Μια αστραπή η ζωή μας… μα προλαβαίνουμε
Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.
Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα.
Ολάνθιστος γκρεμός της γυναικός το σώμα.
Αν μπορείς κοίταξε τον φόβο κατάματα και ο φόβος θα φοβηθεί και θα φύγει.
Τα τετραθέμελα του κόσμου τούτου: ψωμί, κρασί, φωτιά, γυναίκα.
Η Ελλάδα επιζεί ακόμα, επιζεί νομίζω μέσα από διαδοχικά θαύματα.
Πού να βρω μια ψυχή σαρανταπληγιασμένη κι απροσκύνητη, σαν την ψυχή μου, να της ξομολογηθώ
Tι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο.
Η φυγή δεν είναι νίκη, τ” όνειρο είναι τεμπελιά, και μόνο το έργο μπορεί να χορτάσει την ψυχή και να σώσει τον κόσμο.
Η ζωή όλη είναι μια φασαρία. Μόνο ο θάνατος δεν είναι. Η ζωή είναι όταν λύνεις το ζωνάρι σου και ζητάς φασαρίες.
Δεν τον φοβάμαι το Θεό, αυτός καταλαβαίνει και συχωρνάει. Τους ανθρώπους φοβάμαι. Αυτοί δεν καταλαβαίνουν και δε συχωρνούν.
Aλίμονο σε όποιον ζει στην έρημο και θυμάται του κόσμου.
Tίποτα γενναίο δεν μπορεί ο άνθρωπος να κάμει στον κόσμο, αν δεν υποτάξει τη ζωή του σ” έναν Αφέντη ανώτερό του.
Η πέτρα, το σίδερο, το ατσάλι δεν αντέχουν. Ο άνθρωπος αντέχει.
Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο· καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο· το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή.
Αγάπα τον άνθρωπο γιατί είσαι εσύ…
Τι με ρωτάς για την καρδιά του αμαρτωλού; Εγώ κατέχω την καρδιά του ενάρετου, κι είναι όλοι οι δαιμόνοι μέσα.
Η ευτυχία απάνω στη γης είναι κομμένη στο μπόι του ανθρώπου. Δεν είναι σπάνιο πουλί να το κυνηγούμε πότε στον ουρανό, πότε στο μυαλό μας. Η ευτυχία είναι ένα κατοικίδιο πουλί στην αυλή μας.
Η ευτυχία είναι πράγμα απλό και λιτοδίαιτο -ένα ποτήρι κρασί, ένα κάστανο, ένα φτωχικό μαγκαλάκι, η βουή της θάλασσας. Τίποτα άλλο.
Αυτό που θέλω ν” αφήσω πίσω μου είναι ένα καμένο κάστρο. Τίποτ’ άλλο δε θέλω ν’ αφήσω.
Κάθε Έλληνας που δεν παίρνει, ας είναι και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη ράτσα του.
Είδα κάποτε μια μέλισσα πνιγμένη μέσα στο μέλι και κατάλαβα.
Όλα μάταια, και μόνο η πράξη, σαν το κρασί, μας ξεγελάει και μας σηκώνει λίγο.
Τι φοβερός ανήφορος από τον πίθηκο στον άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον Θεό.
Η αιωνιότητα είναι ποιότητα, δεν είναι ποσότητα, αυτό είναι το μεγάλο, πολύ απλό μυστικό.
Αν μια γυναίκα κοιμηθεί μόνη, ντροπιάζει όλους τους άντρες.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;