Τις τελευταίες ημέρες πολλή κουβέντα έγινε για την Ιστορία, το παρελθόν και τα καθέκαστα καθώς και για τις χρήσεις του παρελθόντος στο παρόν. Με ένα πρακτικό και όχι θεωρητικό τρόπο επανήλθαν ερωτήματα και διλήμματα που απασχολούν και με τον τρόπο τους δείχνουν ότι η ατζέντα αυτή -κακά τα ψέματα- είναι ανοικτή και όσο κι αν είναι βολικό δεν μπορεί να κλείσει αν δεν αναμετρηθούμε ως πολίτες με τα θέματα που κάθε φορά θέτει. Ποιο παρελθόν μας χρειάζεται; Είναι ακόμα χρήσιμοι οι εθνικοί μύθοι; Να μιλάμε ή όχι γι’ αυτό; Είναι άραγε η εποχή για ν’ ανοίξουμε τέτοιο θέμα; Μήπως ανοίγοντάς το ενισχύεται η Χρυσή Αυγή; Ποιες είναι οι απόψεις που την ενισχύουν τελικά και ποιες την αποδυναμώνουν; Είναι κοντολογίς η συμφωνία μας με την εθνική ορθότητα που θα μας σώσει; η διαφωνία μας ή μήπως η σιωπή μας;
Ισχυρίζομαι ότι οι δεξαμενές των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής είναι ο εθνικισμός και ο ρατσισμός. Θα πρόσθετα και τον σεξισμό. Με τη σειρά. Οι αντιλήψεις αυτές είναι -συνειδητά ή ασυνείδητα- κάτι παραπάνω από υπαρκτές στην ελληνική κοινωνία. Τις διαβάζουμε, τις ακούμε στις παρέες, πλημμυρίζουν το διαδίκτυο. Τις ενδυναμώνει ο εθνικολαϊκισμός. Το χάδι στα αυτιά του εθνικισμού και του ρατσισμού. Που έχει κατά την άποψή μου μερίδιο για τη χρεοκοπία της χώρας. Από εκεί αντλεί τη δύναμή της η Χρυσή Αυγή και θα συνεχίζει να την αντλεί όσο οι ιδέες αυτές παραμένουν στο απυρόβλητο της δημόσιας αντιπαράθεσης, προστατευμένες σε ένα «ναι μεν αλλά» που τις νομιμοποιεί και στην πραγματικότητα τις συντηρεί. Τις αφήνει να ηχούν κανονικές, να γεννούν και να πολλαπλασιάζονται
Παραδέχομαι ότι το μέτωπο σ’ αυτές τις αντιλήψεις έχει πολιτικό και προσωπικό κόστος. Απευθύνομαι βεβαίως σε όσους και όσες πιστεύουν ότι αυτές οι ιδεολογίες είναι επικίνδυνες. Όχι σε όσους με γραβάτα ή χωρίς, όλα τα σφάζουν όλα τα μαχαιρώνουν στο βωμό της ακροαματικότητας και της τηλεθέασης. Συμφωνώ ότι ο τρόπος για ν’ ανοίξει κανείς μέτωπο στις επικίνδυνες ιδεολογίες που εμποδίζουν την ανάπτυξη της χώρας δεν είναι ένας αλλά πολλοί. Και ότι ο καλύτερος δεν έχει ενδεχομένως βρεθεί. Αν συμφωνούμε πρέπει ωστόσο να τον βρούμε. Και όχι να λέμε κάθε φορά ότι η συγκυρία δεν είναι η κατάλληλη, η ατζέντα είναι άλλη. Δεν μπορεί να διαμορφώνει τη συγκυρία η έκφραση μιας γνώμης όσο αιρετική κι αν ενδεχομένως είναι. Ό,τι βάζουμε κάτω από το χαλί, να ξέρουμε ότι θα το ξαναβρούμε μπροστά μας. Με μεγαλύτερη ένταση και λιγότερες πιθανότητες να το αντιμετωπίσουμε. Και ότι η θαλπωρή του ρατσισμού και του εθνικισμού κάνει τις αρρώστιες αυτές ν’ αποκτούν επιδημικό χαρακτήρα. Να απειλούν και το δικό μας σπίτι.
Και δυο υποσημειώσεις:
Υποσημείωση 1η: Πολλοί μπερδεύουν τον εθνικισμό με την αγάπη στην πατρίδα, τους ανθρώπους της και το σεβασμό στη μνήμη. Καμία σχέση δεν έχει. Είναι ακριβώς το αντίθετο. Αγαπώ υπερβολικά την πατρίδα μου για να είμαι εθνικιστής, έγραφε ο Camus.
Υποσημείωση 2η: Αυτό με το νερό στο μύλο μου θυμίζει τους παλιούς κομμουνιστές, τους κανονικούς όχι τους αναθεωρητές. Οι δεύτεροι με τις κριτικές τους απόψεις για τον υπαρκτό σοσιαλισμό κουβαλούσαν πάντα νερό στο μύλο της αντίδρασης, υποστήριζαν οι πρώτοι.
πηγή: www.protagon.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;