Εισήγηση του Κώστα Γούναρη στην εκδήλωση της ΔΗΜΑΡ για τη μειονότητα, στην Αθήνα
Η χούντα τελείωσε στις 23 Ιουλίου 1974 – σε πείσμα του γνωστού συνθήματος της πλατείας – και άρχισε η περίοδος της μεταπολίτευσης.
Στην Ελλάδα εγκαθιδρύεται – για πρώτη φορά στην ιστορία της – μια αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία κατά τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα. Τα κάθε λογής και απόχρωσης κομμουνιστικά και αριστερά κόμματα νομιμοποιούνται και λειτουργούν πλέον ελεύθερα μαζί με τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα. Από τις 23 Ιουλίου 1974 οι Έλληνες πολίτες δεν διώκονται για τις ιδέες τους και απολαμβάνουν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά τους δικαιώματα. Όλοι οι Έλληνες πολίτες; Σχεδόν. Εξαίρεση αποτελούν κάποιες λίγες χιλιάδες πολιτών, που ανήκουν στη μειονότητα της Θράκης. Η μεταπολίτευση δεν ήρθε στο ραντεβού της με τη μειονότητα στις 23 Ιουλίου 1974, αλλά καθυστερημένη και αγκομαχώντας το 1990, μετά δηλαδή από 16 ολόκληρα χρόνια.
Στα χρόνια αυτά όλες οι δραστηριότητες των μειονοτικών Ελλήνων πολιτών τελούσαν υπό τον έλεγχο του κράτους, ορατού και αοράτου. Ενδεικτικά και μόνο:
Για να αγοράσει μειονοτικός Έλληνας πολίτης ακίνητο, να ασκήσει οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα, να αποκτήσει άδεια οδήγησης κλπ απαιτούνταν εκτός από την τήρηση των προβλεπόμενων διαδικασιών του κράτους και η άδεια – ποτέ έγγραφη – του αόρατου κράτους.
Η περίφημη μπάρα χώριζε το νομό Ξάνθης στα δύο και εμπόδιζε τους μειονοτικούς Έλληνες πολίτες να πάνε στα χωριά τους και στα σπίτια τους μετά τις 12.00 το βράδυ.
Αφαιρέθηκε αυθαίρετα και χωρίς καν κοινοποίηση της σχετικής απόφασης η ελληνική ιθαγένεια από χιλιάδες μειονοτικούς Έλληνες πολίτες, οι οποίοι είχαν την ατυχία να ταξιδέψουν για κάποιο λόγο στην Τουρκία.
Στο χώρο της εκπαίδευσης επικρατούσε η εξής εκπαιδευτική και παιδαγωγική αρχή: «Όσο λιγότερα μάθουν οι μειονοτικοί Έλληνες πολίτες μαθητές τόσο το καλύτερο». Ελάχιστα παιδιά συνέχιζαν στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, σχεδόν κανένα στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο, ενώ υπήρχε μεγάλη διαρροή μαθητών και φοιτητών στα Τουρκικά Πανεπιστήμια.
Η διαδικασία αναγνώρισης των πτυχίων των Τουρκικών Πανεπιστημίων από το ΔΙΚΑΤΣΑ γινόταν με το σταγονόμετρο.
Ορισμένες κατηγορίες επιστημόνων (φαρμακοποιοί, δικηγόροι κλπ) ήταν σχεδόν αδύνατο να ασκήσουν το επάγγελμά τους με την ένοχη σύμπραξη των οικείων συλλόγων.
Με λίγα λόγια η ισονομία και η ισοπολιτεία ήταν απλώς μία ξινόπικρη καραμέλα, που την πιπίλιζαν οι ασκούντες από το 1974 μέχρι και το 1990 την εξουσία. Οι λίγο παλαιότεροι στην αίθουσα αυτή θα θυμούνται τη μονότονη και κουραστική επωδό του εκάστοτε κυβερνητικού εκπροσώπου (μπλε ή πράσινου), κάθε φορά που ετίθετο από οπουδήποτε θέμα μειονοτικών δικαιωμάτων: «Στη Θράκη υπάρχει πλήρης ισονομία και ισοπολιτεία». Έλεγε, όπως κάθε συνεπής με το ρόλο του κυβερνητικός εκπρόσωπος, ψέματα.
Αυτά δεν τα λέμε για να αναμοχλεύσουμε μνήμες και πάθη ή να ξύσουμε πληγές. Τα λέμε γιατί – δυστυχώς – επηρεάζουν μέχρι και σήμερα την κατάσταση στην περιοχή και εξηγούν πολλά από αυτά που συμβαίνουν στη Θράκη. Γιατί η κατάσταση στη μειονότητα είχε άμεση επίπτωση σ’ ολόκληρο τον πληθυσμό της περιοχής. Αποτελεί έναν από τους βασικότερους λόγους της για πολλά χρόνια καθυστέρησης της Θράκης. Και βεβαίως τις καταστάσεις αυτές εκμεταλλεύτηκαν συντηρητικοί και εθνικιστικοί κύκλοι και δυνάμεις της Τουρκίας, με αποτέλεσμα να εδραιώσουν την παρουσία τους στην περιοχή.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί η ελληνική πολιτεία επέλεξε τον αδιέξοδο και κοντόφθαλμο αυτόν τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων της μειονότητας. Η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Η ελληνική πολιτεία θεωρώντας τη μειονότητα της Θράκης, που συνορεύει με την Τουρκία, ως ένα πιόνι στην σκακιέρα των ελληνοτουρκικών διαφορών, όπως άλλωστε έκανε και η Τουρκία, την αντιμετώπισε ως εν δυνάμει εθνικό κίνδυνο. Και οι εθνικοί κίνδυνοι πρέπει να απομονώνονται.
Όμως, όπως στο γνωστό παραμύθι ο βασιλιάς ήταν γυμνός, έτσι και η πολιτική αυτή ήταν πλήρως αδιέξοδη. Η διαφορά βέβαια είναι ότι τη γύμνια αυτής πολιτικής δεν την έβλεπε ή καλύτερα δεν ήθελε να τη δει όχι μόνο η ίδια η ελληνική πολιτεία αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, της τοπικής μη εξαιρουμένης.
Το μεγάλο και αποφασιστικό βήμα προς τη μεταπολίτευση έγινε για τη μειονότητα της Θράκης στις 29 Ιανουαρίου 1990.
Η αιτία είναι γνωστή. Η πλήρης αποτυχία της μέχρι τότε ακολουθούμενης μειονοτικής πολιτικής, η οποία και διεθνώς μας εξέθετε ως χώρα, αλλά και στο εσωτερικό δημιούργησε τεράστια προβλήματα ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής στην περιοχή της Θράκης. Ήταν φανερό ότι η μειονοτική πολιτική έφθασε στα όριά της. Βέβαια σημαντικότατο ρόλο έπαιξαν:
– η συνεχής πίεση των ευρωπαϊκών οργανισμών και ιδίως του Συμβουλίου της Ευρώπης.
– η ριζοσπαστικοποίηση σημαντικών κομματιών της μειονότητας (νέων επιστημόνων που επέστρεψαν στη Θράκη μετά τις σπουδές τους στην Τουρκία, όπου ήρθαν σε επαφή με τα ρεύματα και τις ιδέες της Αριστεράς, εργαζόμενων που μετανάστευσαν στην υπόλοιπη Ελλάδα και ήρθαν σε επαφή με το συνδικαλισμό και τα κόμματα της Αριστεράς – κυρίως το ΚΚΕ), που άρχισε πλέον να διεκδικεί τα στοιχειώδη και τα αυτονόητα.
– η δειλή στην αρχή αλλά πάντως διακριτή εμφάνιση στην Ελλάδα και στη Θράκη απόψεων για την προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων, που προέρχονταν σχεδόν αποκλειστικά από το χώρο της Αριστεράς και της φιλελεύθερης διανόησης.
– η εκλογή το 1989 ενός και το 1990 δύο ανεξάρτητων μειονοτικών βουλευτών με πολύ υψηλά ποσοστά στους μειονοτικούς ψηφοφόρους, που φανέρωσε τη δυσπιστία της μειονότητας στα κόμματα όλου του πολιτικού φάσματος.
Η αφορμή δεν είναι και πολύ γνωστή. Εκτεταμένα επεισόδια στην αγορά της Κομοτηνής από «αγανακτισμένους» πολίτες της πλειοψηφίας στις 29-1-1990, με αφορμή μία προαναγγελθείσα συγκέντρωση μειονοτικών, αρκετές δεκάδες σπασμένα μαγαζιά μειονοτικών, κάποιοι λίγοι ξυλοδαρμοί κλπ.
Η μεταπολίτευση δεν άντεξε, έκανε τη μέρα εκείνη τη μεγάλη δρασκελιά και διάβηκε το Νέστο. Τα όσα ακολούθησαν ήταν καταιγιστικά. Σύσκεψη την μεθεπόμενη κιόλας ημέρα (31-1-1990) των τριών πολιτικών αρχηγών (Μητσοτάκη – Α.Παπανδρέου -Φλωράκη) υπό τον πρωθυπουργό Ξενοφώντα Ζολώτα και υπογραφή ενός μνημονίου – το οποίο δεν είναι τόσο διάσημο, όσο τα σύγχρονα αλλά σίγουρα πολύ αποτελεσματικότερο – για την άρση των διακρίσεων και την εφαρμογή πολιτικής πραγματικής ισονομίας και ισοπολιτείας. Στο παραπάνω μνημόνιo, το οποίο εγκρίθηκε από τον τότε Πρωθυπουργό Ξεν.Ζολώτα, τους Αρχηγούς των τριών κομμάτων (Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ενιαίος ΣΥΝ), που στήριζαν την κυβέρνηση Ζολώτα (δηλαδή από το σύνολο των κοινοβουλευτικών πολιτικών δυνάμεων) και από τους τότε υπουργούς Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά (σημερινό Πρωθυπουργό) και Εθνικής Άμυνας Τζαννή Τζαννετάκη, για πρώτη φορά περιέχεται επίσημη παραδοχή – έστω και με πολύ κομψό τρόπο – για τις διακρίσεις σε βάρος των μειονοτικών Ελλήνων πολιτών. Χαρακτηριστικά αναφέρει το παραπάνω μνημόνιο στo κεφάλαιο για την εφαρμοστέα πολιτική μεταξύ των άλλων: «5) Κατάργηση των διοικητικών ενοχλήσεων, αι οποίαι όχι μόνο απεδείχθησαν ατελέσφοροι, αλλ’ επέτυχαν αντίθετα αποτελέσματα των επιδιωκομένων και συνάμα μας εκθέτουν διεθνώς». Από την καραμέλα της πλήρους ισονομίας και ισοπολιτείας στην Θράκη φτάσαμε στις ατελέσφορες διοικητικές ενοχλήσεις.
Η συνέχεια ακόμα πιο καταιγιστική:
– Ομόφωνο πόρισμα το 1992 ειδικής διακομματικής επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων για την ανάπτυξη της Θράκης, που αναφέρει στο κεφάλαιο Πολιτική για τις μειονότητες:
«Είναι για μας απαραβίαστες αρχές ο σεβασμός στην προσωπικότητα και την ελευθερία του ατόμου, η θρησκευτική, γλωσσική, κοινωνική και πολιτιστική του ελευθερία, η απρόσκοπτη έκφραση των ηθών και των εθίμων του.
Η προσαρμογή και η συμμόρφωση όλων των συντελεστών της κοινωνικής οργάνωσης της ελληνικής δημοκρατίας, όπως είναι το κράτος, οι υπηρεσίες, οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, οι τοπικοί φορείς, αλλά και των μεμονωμένων πολιτών σε αυτή την πολιτική είναι αυτονόητη.
Καμία ανοχή δεν πρέπει να υπάρχει σε ενδεχόμενες παραλείψεις, κωλυσιεργείες ή πρακτικές προσώπων ή φορέων που έρχονται σε αντίθεση μ’ αυτή την πολιτική».
– Σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη της Θράκης, που εκπονήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών με την εποπτεία των σπουδαίων ακαδημαϊκών Ξενοφώντα Ζολώτα, Άγγελου Αγγελόπουλου και Γιάγκου Πεσμαζόγλου.
Σε εφαρμογή των παραπάνω ακολουθεί μία σειρά μέτρων που άλλαξαν άρδην την κατάσταση όχι μόνη στη μειονότητα αλλά και σε ολόκληρη τη Θράκη και τα οποία ακολούθησαν – ευτυχώς – όλες οι μετά το 1990 κυβερνήσεις. Πάλι ενδεικτικά:
– Επιτράπηκε στους μειονοτικούς Έλληνες πολίτες η αγορά ακινήτων, η σύσταση εταιριών, η απόκτηση αδειών οδήγησης κλπ.
– Καταργήθηκε η περίφημη μπάρα, που χώριζε το νομό Ξάνθης στα δύο και καταδίκαζε σε απομόνωση τα μειονοτικά χωριά του ορεινού όγκου.
– Καταργήθηκε το διαβόητο άρθρο 19 του Κώδικα Ιθαγένειας, που στην κυριολεξία καταλαιπώρησε αρκετές χιλιάδες συμπολιτών μας και διέλυσε εκατοντάδες οικογένειες.
– Ομαλοποιήθηκε η διαδικασία αναγνώρισης των πτυχίων των Τουρκικών Πανεπιστημίων από το ΔΙΚΑΤΣΑ.
– Καταργήθηκαν τα εμπόδια σε όλες τις κατηγορίες επιστημόνων (φαρμακοποιοί, δικηγόροι κλπ) να ασκήσουν το επάγγελμά τους.
– Στο χώρο της εκπαίδευσης μπορεί να σημειώσει κανείς το νόμο για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, το μέτρο της προνομιακής εισαγωγής στην ανώτερη εκπαίδευση αποφοίτων λυκείου, μελών της μειονότητας με πρόσθετες θέσεις σε ποσοστό 0,5 % των εισακτέων, που άσκησε έντονη επίδραση επισπεύδοντας την κοινωνική κινητικότητα, το πρόγραμμα εκπαίδευσης των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη (γνωστό ως πρόγραμμα Φραγκουδάκη-Δραγώνα) με εντυπωσιακά αποτελέσματα, την πιλοτική εισαγωγή της διδασκαλίας της τουρκικής γλώσσας στα δημόσια γυμνάσια της Θράκης κ.α.
Οι παραπάνω εξελίξεις είναι δύσκολο να περιγραφούν και ακόμα δυσκολότερο να αποτιμηθούν σε τόσο μικρό διάστημα. Είναι πάντως ολοφάνερες και τις βιώνουν τα μέλη της τοπικής κοινωνίας.
Σήμερα πολύ μεγάλο μέρος της τοπικής κοινωνίας αναγνωρίζει πλέον θετικά την πολιτισμική ποικιλία του πληθυσμού της Θράκης και αυτό από μόνο του ανοίγει το δρόμο στην αξιοποίησή της. Αυτή η αναγνώριση έχει μεγάλη σημασία, γιατί έμοιαζε απολύτως αδύνατη καμία εικοσαριά χρόνια πριν.
Γιατί η πλήρης προστασία των μειονοτικών δικαιωμάτων είναι επιβεβλημένη όχι μόνο για λόγους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, όχι μόνο γιατί αυτό προβλέπεται από τις διεθνείς συνθήκες, που η χώρα μας έχει υπογράψει, αλλά και γιατί είναι όρος αναγκαίος για τη διατήρηση της ασφάλειας, της κοινωνικής συνοχής και – με μία δόση υπερβολής – της ειρήνης στην περιοχή της Θράκης.
Το Ελληνικό Κράτος πρέπει να εξασφαλίζει διαρκώς στη μειονότητα εκείνη την ισότητα απέναντι στους θεσμούς που να της δίνει τη βεβαιότητα ότι δεν έχει ανάγκη προστασίας από κανένα γείτονα.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;