Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ προσφέρει ορισμένα κρίσιμα συμπεράσματα τόσο για την πορεία της χώρας, όσο και εν γένει της αριστεράς. Υπ’ αυτήν την έννοια δεν αποτελεί στενά κομματική υπόθεση αλλά ευρύτερου ενδιαφέροντος ζήτημα.
Πρώτον, όπως συχνά συμβαίνει σε κόμματα που θεωρούν ότι διαθέτουν προοπτική της εξουσίας αναδείχτηκαν ως κύρια τα δευτερεύοντα ζητήματα με βασικότερο αυτό της κατάργησης των συνιστωσών. Η επιμονή ορισμένων εσωκομματικών πλευρών στη διατήρησή τους αποτελεί καταφανώς στενόμυαλη, οργανωτίστικη και αντί- λενινιστική προσέγγιση, που παραγνωρίζει τα διδάγματα που έχει κατανοήσει κάθε σοσιαλδημοκρατικό ή και δεξιό ακόμα κόμμα. Η όξυνση της σύγκρουσης με τον αντίπαλο, ειδικά σε συνθήκες γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης απαιτεί συγκέντρωση και συγκεντροποίηση των δυνάμεων κάθε χώρου, ιδίως δε της παράταξης που φιλοδοξεί να συγκρουστεί με το κατεστημένο. Δεν είναι τυχαίο ότι το μοντέλο του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού παρόλη την κριτική που έχει δεχθεί, ιστορικά αποδείχθηκε το μόνο αποτελεσματικό σε τέτοιες συνθήκες.
Δεύτερον και σημαντικότερο είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πραγματοποίησε μια βασική υποχώρηση στο ζήτημα του ευρώ. Η αριστερά και όλος ο λαός πρέπει να κατανοήσει ότι κάθε διαπραγμάτευση που δεν είναι αποφασισμένη να φτάσει μέχρι του σημείου της ρήξης με το ευρώ, τουλάχιστον εφόσον οι κυρίαρχες δυνάμεις της ευρωζώνης προσπαθήσουν να πνίξουν κάθε πιθανότητα άλλης πολιτικής εντός του ευρώ, θα αποτύχει. Η κατ’ ουσίαν προσχώρηση στη θέση του αντιπάλου, ότι δηλαδή το ευρώ είναι αδιαπραγμάτευτο, αφενός δεν εγγυάται ψήφους από τη λεγόμενη κεντρώα δεξαμενή, αφετέρου εγγυάται ότι ακόμα και αν έρθουν θα φύγουν με ακόμα μεγαλύτερη ταχύτητα στην προοπτική μιας πιθανής αποτυχημένης διαπραγμάτευσης, συνδυασμένης με ισχυρό εσωτερικό προβοκάρισμα από τις δυνάμεις της ολιγαρχίας.
Η υιοθέτηση μιας τέτοιας θέσης, πίσω από την οποία όχι τυχαία οχυρώνεται η ντόπια και ξένη ολιγαρχία ενισχύει την προοπτική η όποια αντί- μνημονιακή διαπραγμάτευση να αποτύχει εξ αρχής. Ο αντίπαλος ξέρει τα όριά σου και σε εξωθεί σε αυτά, όπως ακριβώς έκανε και με την Κύπρο. Παρότι τα μεγέθη της Ελλάδας είναι διαφορετικά, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την προοπτική της βίαιης επίθεσης εναντίον της από τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής αντίδρασης. Ποιά θα είναι τότε η αντίδραση μιας αριστερής κυβέρνησης που θα έχει ανάγει την παραμονή στο ευρώ σε θέσφατο και δε θα έχει επεξεργαστεί εναλλακτικό σχέδιο εξόδου από το ευρώ, εφόσον παραστεί η ανάγκη;
Η εμμονή στη μη επεξεργασία ενός τέτοιου σχεδίου αποτελεί αφενός προπαγανδιστικό μηχανισμό του κατεστημένου, αφετέρου εργαλείο περαιτέρω εκμετάλλευσης του ελληνικού λαού, όχι μόνο στη βάση του φόβου για το άγνωστο και άρα της υποταγής στη μνημονιακή πολιτική αλλά επειδή ακριβώς το κυρίαρχο, παρασιτικό κεφάλαιο επιδιώκει αν τυχόν η Ελλάδα βγει από το ευρώ, η έξοδος να λάβει χώρα ασύντακτα και απροετοίμαστα, ώστε να λαφυραγωγήσει έτι περαιτέρω το λαό. Είναι αυτοκτονικό για την αριστερά αντί να σπάει το προπαγανδιστικό ταμπού, με τη δημόσοα επεξεργασία ενός τέτοιου εναλλακτικού σχεδίου να σύρεται στη θέση του κατεστημένου.
Χώρια που δείχνει να αγνοεί τη δυναμική της ίδιας της κρίσης. Δεν έχει νόημα δηλαδή να ονοματίζει κανείς την κρίση ως καπιταλιστική αν δεν της δίνει περιεχόμενο σε κάθε της φάση και δεν προβλέπει βάσει της ανάλυσής του. Η όξυνση των ενδό- ιμπεριαλιστικών και ενδό- καπιταλιστικών θέσεων θα οδηγήσει σε συγκρούσεις μεταξύ των διαφορετικών καπιταλιστικών κέντρων, λόγω ακριβώς του νεοφιλελεύθερου μοντέλου. Τούτο διότι διανύουμε την πρώτη ίσως δομική κρίση που δεν οδηγεί σε έστω επιφανειακές ρυθμίσες των κινήσεων των μερίδων του κεφαλαίου που προκάλεσαν -και- αυτήν την κρίση αλλά σε ενίσχυση και εμπέδωση των πολιτικών που γέννησαν την κρίση. Όσο ύφεση και η ανεργία βαθαίνουν, η έλλειψη ρύθμισης μεταξύ των καπιταλιστικών κέντρων παραμένει, η απόστασή τους από την παγκόσμια περιφέρεια λαμβάνει χαρακτηριστικά νέο- αποικιακού ελέγχου και η αναδιανομή εισοδήματος από την κάτω προς τα πάνω εντείνεται, τα επιτεύγματα του παγκοσμίου και περιφερειακού καπιταλισμού, μεταξύ των οποίων και το ευρώ θα κλονίζονται υπό το βάρος αντιθέσεων και αντιφάσεων.
Τρίτον, κάθε κόμμα οφείλει να λαμβάνει υπόψη τον εκλογικό κύκλο εφόσον θέλει να κυβερνήσει- και πρέπει να θέλει να κυβερνήσει στην αστική δημοκρατία αλλιώς καθίσταται ψεύτο- επαναστατική, χιλιαστική σέκτα. Ο εκλογικός κύκλος όμως δεν μπορεί να υποτάσσει τη στρατηγική ανάλυση διότι τότε έχουμε προσχώρηση σε οπορτουνιστικές και σοσιαλδημοκρατικές θέσεις. Η θέση ότι το ευρώ δεν είναι φετίχ ήταν ορθή. Τί συνέβη και αντί να καταστεί πιο στέρεα επεξεργασμένη ουσιαστικά εξαφανίστηκε;
Τέταρτον, μπορείς ίσως να καταργήσεις με ένα νόμο τα μνημόνια αλλά δεν μπορείς να αναιρέσεις τις συνέπειές τους στην οικονομία και στην κοινωνία. Δεν μπορείς να ανασυγκροτήσεις την παραγωγή και να φτιάξεις καλοπληρωμένες δουλειές για το άνεργο 30% της χώρας, στο χρόνο που θες. Τί θα κάνεις μέχρι τότε με τις δημόσιες επενδύσεις παγωμένες και το τραπεζικό σύστημα ελεγχόμενο, αν δεν έχεις ρεαλιστικό και ριζοσπαστικό σχέδιο σύγκρουσης;
Εν κατακλείδι, ο ΣΥΡΙΖΑ ορθώς εξελίχθηκε σε ενιαίο κόμμα. Αυτό όμως από μόνο του λίγα πράγματα σημαίνει αν δεν οδηγήσει σε απαντήσεις στα στρατηγικά ζητήματα. Δεν έχει άλλωστε σημασία να προχωράς γρήγορα σε σχέση με την προηγούμενή σου κατάσταση αν δεν προχωράς όσο γρήγορα απαιτούν οι περιστάσεις. Και κυρίως, η αριστερά έχει πικρή εμπειρία, που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά, ότι όποτε αφοπλίζεται, ηττάται και την ήττα της, όσο ηρωική και αν είναι, την πληρώνει ο λαός.
tvxs.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;