Τζουμέρκα: άγρια, μα αγαπησιάρικα!

31 Μαρτίου 201320:26

Μια πρόσκληση από τον Γιώργο Μεράντζα, γέννημα θρέμμα της περιοχής των Τζουμέρκων, ήταν αρκετή για να ξαναβρεθώ σ’ αυτόν τόπο με το σκληρό αλλά ιδιαίτερο ανάγλυφο. Στην Ηπειρο, με τα ποτάμια και τα ρέματα, τα φαράγγια, τα μοναστήρια, τα γεφύρια, την πλούσια χλωρίδα και πανίδα, τα ήθη και τα έθιμα, τους γραφικούς οικισμούς και τους ορεσίβιους κατοίκους τους, τις τοπικές τους γεύσεις, τα τραγούδια τους, τη φιλοξενία τους.

Σχετικά εύκολη η διαδρομή από τη Θεσσαλονίκη, αν σκεφτείτε ότι μέχρι τα Ιωάννινα τα χιλιόμετρα «γράφονται» στην Εγνατία Οδό. Από κει και έπειτα, μπαίνουμε στην επαρχιακή οδό. Eντάξει, ο δρόμος έχει στροφές και, είπαμε, όσο πλησιάζουμε προς τον τελικό μας προορισμό, τόσο πιο τραχύ γίνεται το σκηνικό.

Εχουμε φτάσει στα Πράμαντα και συγκεκριμένα στον οικισμό Τσόπελα, δυο χιλιόμετρα μετά το χωριό. Εκεί μας περίμενε ο Γιώργος, η Νατάσα, η Χαρά του «Ξενείον». Τα αναμμένα τζάκια «ζέσταιναν» ακόμη περισσότερο την ατμόσφαιρα, ένα λικεράκι κέρασμα για το καλωσόρισμα, νάτοι και οι υπόλοιποι της αποστολής, φίλοι συνάδελφοι ερχόμενοι από την πρωτεύουσα.

Γύρω γύρω καθισμένοι στο μεγάλο ξύλινο τραπέζι, και άρχισαν σιγά σιγά να σερβίρονται οι υπέροχες λιχουδιές. Λαχταριστή πίτα με οκτώ (!) διαφορετικά είδη χόρτων, κεφτεδάκια καπαμά, μελιτζανοσαλάτα ψητή με καρύδια, λάιμ και λιωμένες πιπεριές και για κυρίως σπέσιαλ «πρατίνα μπλιόρα», δηλαδή προβατίνα με χοντρό μακαρόνι. Και όλα αυτά, με τη συνοδεία καλού κρασιού και -το κυριότερο- όμορφης παρέας, με τη συνοδεία μουσικής του Γιώργου αλλά και της Ιωάννας στο τραγούδι, του Βασίλη και του Διονύση στην κιθάρα!

Φύγαμε για Ματσούκι;

Η καλή ημέρα από το πρωί φαίνεται! Φρέσκα αβγουλάκια, πίτες, χειροποίητες μαρμελάδες, μέλια, τραχανάς και φυσικός χυμός πορτοκάλι. Ετσι, για να πάρουμε δυνάμεις και να συνεχίσουμε για ξενάγηση στα Πράμαντα, στο Ματσούκι, στους Καλαρρύτες.

Πρώτη στάση θα κάνουμε στο Ματσούκι, ένα από τα τρία βλαχοχώρια της περιοχής (σ.σ. τα άλλα δυο είναι το Συρράκο και οι Καλαρρύτες). Από τα Πράμαντα το Ματσούκι απέχει 17 χλμ., το χωριό είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.150 μ. και μετράει καμιά ογδονταριά μόνιμους κατοίκους. Εχει νηπιαγωγείο με ένα παιδάκι, καθώς και δημοτικό σχολείο με πέντε παιδιά.

Κάναμε μια στάση στο καφενείο, εκεί έπιναν τσίπουρο μερικοί χωριανοί, εκεί και ο παπάς του χωριού, ο πατήρ Χρήστος, ο οποίος μας ξενάγησε στο πολύ ενδιαφέρον Θρησκευτικό – Ιστορικό Πολιτιστικό Μουσείο με εκθέματα από τη μονή Βύλιζας. Στεγάζεται σε αίθουσα του δημοτικού σχολείου, οι δε εικόνες αποτελούν αξιόλογα δείγματα της μεταβυζαντινής ζωγραφικής και χρονολογούνται από το 16ο ώς το 19ο αιώνα. Η πιο παλιά εικόνα είναι του Αγ. Ιωάννη του Προδρόμου (1676), ενώ ξεχωρίζουν και οι δυο εικόνες του ένθρονου Χριστού και της ένθρονης Παναγίας Βρεφοκρατούσας από το τέμπλο του καθολικού (1705). Στεκόμαστε και στη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας, θαυμάζουμε και τα υπόλοιπα εκθέματα, όπως ένα δερματόδετο Ευαγγέλιο (1671), την Αγ. Γραφή (1545), ένα αναλόγιο του 1695, πατερικά χειρόγραφα κ.ά.

Να σημειώσουμε ότι η μονή Βύλιζας (11ος αιώνας) είναι από τα πιο αξιόλογα μνημεία της περιοχής των Τζουμέρκων και της Ηπείρου. Είναι χτισμένη πάνω από την ένωση τριών παραποτάμων του Αράχθου, ενώ απέχει μισή ώρα περίπου περπάτημα σε καλντερίμι από το χωριό. Γιόρταζε δε του Ευαγγελισμού, όπου από την παραμονή οι κάτοικοι πηγαίνουν και ετοιμάζουν τον πατροπαράδοτο μπακαλιάρο με τη σκορδαλιά.

Στους Καλαρρύτες και τον Ναπολέοντα

Για να φτάσεις, η διαδρομή είναι κάπως απότομη. Οταν φτάνεις, όμως, και αφήνεις το όχημα στην είσοδο και περπατάς στα λιθόστρωτα καλντερίμια, καταλήγεις στην πλατεία, επισκέπτεσαι την ιδιωτική λαογραφική συλλογή της Αγγέλας Γκολφινοπούλου, πηγαίνεις και στο καφενείο του Ναπολέοντα, ε, τότε ξεχνάς και απότομες διαδρομές και φαράγγια και ομίχλη και χαλάζι και όλα!

Χτισμένοι στα 1.200 μ., ανάμεσα στους ορεινούς όγκους του Περιστερίου (2.285 μ.) και των Τζουμέρκων (2.429 μ.) και σφηνωμένοι στην άκρη του γκρεμού, πάνω από τη χαράδρα του Καλαρρύτικου, οι Καλαρρύτες είναι χαρακτηρισμένοι ως παραδοσιακός οικισμός ιδιαιτέρου κάλλους (19 χλμ. από Πράμαντα).

Τους ονομάζουν «αετοφωλιά της Πίνδου» και χαρακτηριστικό τους είναι η ύπαρξη πολλών βρυσών, καθεμιά από τις οποίες φημίζεται για το ιδιαίτερο νερό της.

Η άγρια και απρόσιτη ομορφιά του τοπίου έκανε τους Καλαρρυτινούς να κινητοποιηθούν, να εξελιχθούν, να ταξιδέψουν εκτός Ελλάδας, να μορφωθούν, να πλουτίσουν και να αποκτήσουν ζηλευτή φήμη. Κατά τη διάρκεια της τουρκικής δουλείας οι Καλαρρυτινοί ξενιτεύονταν στη Ρώμη, τη Βενετία, την Οδυσσό, την Κωνσταντινούπολη κ.α., και συγχρόνως καλλιεργούσαν τις τέχνες και τα γράμματα. Αναδείχτηκαν άριστοι τεχνίτες στη ραπτική, την υφαντική, την κτηνοτροφία, τη γεωργία, καθώς και στην τέχνη κατεργασίας του ασημιού. Οι πιο φημισμένοι Καλαρρυτινοί ασημουργοί ήταν ο Τζιμούρης, ο Μπάφας, ο Ποντίκης, ο Παπαγεωργίου και βεβαίως ο Βούλγαρης, πρόγονος του πασίγνωστου οίκου Bulgari.

Να ‘μαστε στην πλατεία του χωριού, εκεί και το κατάστημα ειδών λαϊκής τέχνης αργυροχοΐας της κ. Κατερίνας και του κ. Χρήστου, το οποίο στεγάζεται στο ιδιόκτητο παραδοσιακό σπίτι του 1872. Εκεί και η ιδιωτική ιστορική και λαογραφική συλλογή, στην οποία θα μας ξεναγήσει ο κ. Χρήστος. Στα δωμάτια του σπιτιού με τα παραδοσιακά έπιπλα και υφαντά, με τις τοπικές ενδυμασίες, τα παλιά γεωργικά εργαλεία, τα οικιακά σκεύη, τα εργαλεία της καλαρρύτικης αργυροχρυσοχοΐας, αλλά και με παλιές επιστολές και αλληλογραφία της οικογένειας Δουρούτη [σ.σ.: ο Γεώργιος Ιωάννου Δουρούτης (1770 – 1836)], καταγόμενος από τους Καλαρρύτες, ίδρυσε μεγάλο εμπορικό οίκο στην Ανκόνα της Ιταλίας μαζί με τον αδελφό του Χριστόδουλο. Υπήρξε μεγάλη προσωπικότητα και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες και μεγάλη συνδρομή στον Αγώνα της Παλιγγενεσίας του Ελληνικού Εθνους το 1821).

Πολύ ενδιαφέρον το μουσείο, ενδιαφέρον όμως είχε και το καφενείο – παντοπωλείο του Ναπολέοντα Ζάγκλη, «Η Ακανθος», λίγο πιο πάνω από την πλατεία. Ξεχωριστή φυσιογνωμία ο Ναπολέων, γέννημα θρέμμα Καλαρρυτιώτης, που εγκατέλειψε πριν από 19 χρόνια την πρωτεύουσα και γύρισε στον τόπο του. Πέμπτη γενιά που λειτουργεί το καφενείο παντοπωλείο, έφτιαξε και παραδοσιακό ξενώνα και μου φαίνεται ότι όσοι επέλεξαν να ζουν εκεί μόνιμα -γύρω στους 20 κατοίκους- δεν περνούν κι άσχημα! Η ξυλόσομπα αντικαταστάθηκε από σόμπα πέλετ, ο Ναπολέων έβγαλε τους μεζέδες, μαζί και τα τσίπουρα, έπιασαν κι από ένα τραγούδι εκείνος κι ο φίλος του ο Γιώργος Μεράντζας, και για άλλη μια φορά μας χάρισαν υπέροχες στιγμές!

Στο κεφαλοχώρι Πράμαντα

Τελευταία μας στάση στα Πράμαντα, μαστοροχώρι με πολλές κτηνοτροφικές οικογένειες, το οποίο αποτελούσε το σταυροδρόμι και τη μεγαλύτερη κωμόπολη των Τζουμέρκων.

Είναι σκαρφαλωμένα στα 850 μ., κάτω από την εντυπωσιακή κορυφή Στρογγούλα (2.107 μ.) και οι μόνιμοι κάτοικοι ανέρχονται κοντά στους 960 κατοίκους.

Στην πλατεία του χωριού θαυμάζουμε τη φημισμένη βρύση «Αράπης» και την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, τρίκλιτη βασιλική του 19ου αιώνα, έργα και τα δύο των Πραμαντιωτών μαστόρων (σ.σ.: δικά τους έργα και το γεφύρι της Πλάκας στον Αραχθο, καθώς και μονές, εκκλησίες και κωδωνοστάσια σε διάφορα μέρη εντός κι εκτός Ηπείρου).

Αρχισε να σουρουπώνει και πήραμε το δρόμο της επιστροφής για τον ξενώνα. Το μενού αυτήν τη φορά είχε εξαιρετικά γαρδουμπάκια και χτένια (εκλεκτό κομμάτι μοσχαριού), σπληνάντερο και μακαρονόπιτα. Πο, πο, νοστιμιές και τι βραδιά, τι τραγούδι, τι μουσική!

Αρθρογράφος

mm
Τμήμα Ειδήσεων Hellas Press Media
Η Hellas Press Media είναι το πρώτο ενημερωτικό Δίκτυο που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Αν θέλετε να ενταχθείτε στο Δίκτυο επικοινωνήστε στο info@hellaspressmedia.gr