Αν το ζητούμενο του debate Τσίπρα-Μειμαράκη ήταν ποιος είναι καταλληλότερος για πρωθυπουργός, τότε ο πρώτος κέρδισε τη μάχη. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, που διόρθωσε γρήγορα το αρχικό του λάθος να χαμογελάει ειρωνικά ακούγοντας τον αντίπαλο του, παρουσιάστηκε σοβαρός, καλύτερος γνώστης των θεμάτων στα οποία ερωτήθηκε, με αυτοκριτική διάθεση και περισσότερο ειλικρινής.
Ακόμη και στα ευρωπαϊκά θέματα, όπου η ΝΔ είχε παλιότερα την υπεροχή, ο Α. Τσίπρας εμφανίστηκε περισσότερο Ευρωπαίος, σε ένα debate που όμως βρομούσε επαρχιωτισμό, με βασική ευθύνη των δημοσιογράφων: ακόμη και στον κύκλο της εξωτερικής πολιτικής διατυπώθηκαν ερωτήσεις για την Παιδεία, την ώρα που στη Κύπρο σημειώνονται ιστορικές εξελίξεις ενώ η τύχη της χώρας κρέμεται κυριολεκτικά από τις διεθνείς εξελίξεις και την πορεία της Ευρώπης.
Αντίθετα ο αρχηγός της ΝΔ απέφυγε να απαντήσει σε καίριες ερωτήσεις, ενώ παράπαιξε το μοναδικό χαρτί στο οποίο υπερέχει: μπορεί αυτή τη φορά να απέφυγε τον πολύ κουτσαβακησμό που θυμίζει Σαμαρά, αλλά το παράκανε με τις εκκλήσεις περί συναίνεσης και συνεργασίας με τον Α. Τσίπρα, τον οποίο στόλιζε στα ενδιάμεσα με διάφορα κοσμητικά επίθετα, από ψεύτη μέχρι μεταλλαγμένο. Έτσι η επιχείρηση γοητείας των κεντρώων ψηφοφόρων έμεινε στη μέση, με το επεισόδιο με το ύψος δίνει την χαριστική βολή: η χώρα χρειάζεται πρωθυπουργό, όχι τον χαριτωμένο «Βαγγέλα» να προσποιείται ότι χαμηλώνει, διαμαρτυρόμενος επειδή ο σκηνοθέτης δήθεν ψήλωνε τον Τσίπρα!
Αν η επικράτηση του τελευταίου ήταν μόνο στα σημεία, αυτή οφείλεται σε 2 παράγοντες: πρώτον, πέρα από τις αναγκαίες επαγγελίες για την πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, η πρόταση ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν πιο ελκυστική αν συνοδευόταν από συγκεκριμένα μέτρα βελτίωσης της καθημερινότητας ή και κάποιων ριζικών αλλαγών που μπορούν να πραγματοποιηθούν και μέσα στο στενό κορσέ των μνημονίων: από την βαθιά τομή στον τρόπο (και τον χρόνο) απονομής της Δικαιοσύνης, την πάταξη της αναξιοκρατίας και της γραφειοκρατίας μέχρι τις ουρές στην εφορία και το ΙΚΑ. Όμως αυτές είναι αλλαγές που ούτε έχουν αφομοιωθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε υπάρχει για αυτές λεπτομερές και επεξεργασμένο πρόγραμμα.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι μια διαφαινόμενη «κόπωση επιχειρημάτων». Σε μια προεκλογική εκστρατεία που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αναπόφευκτο ο τελευταίος να παραλείπει την επανάληψη επιχειρημάτων, όπως παραδείγματος χάριν το γεγονός ότι, σε μια ατέλειωτη άσκηση διατήρησης ισορροπιών, ο κ. Μειμαράκης δεν έχει κάνει την παραμικρή αλλαγή ή ανανέωση στην ΝΔ, περνώντας απλώς τον Γεωργιάδη ή τον Βορίδη στη παρανομία, μέχρι το βράδυ της Κυριακής. Ή τι σκοπεύει ακριβώς να κάνει με τον κ. Παπασταύρου του Σαμαρά και της (λίστας) Λαγκάρντ.
Γιατί βεβαίως η επίθεση του κ. Μειμαράκη κατά της διοίκησης της ΕΡΤ, την οποία κατήγγειλε μετά το τέλος του debate ότι δεν τον έδειχνε ψηλό ή άφησε να παίξει κάποιο ρεπορτάζ εναντίον του το ίδιο απόγευμα, είναι χαρακτηριστική: τίποτα δεν έχει αλλάξει στην πραγματικότητα στην αυταρχική νοοτροπία της ΝΔ που θέλει την ΕΡΤ φερέφωνο και κάθε δημόσια υπηρεσία κομματικό φέουδο εξυπηρέτησης ημετέρων. Άλλωστε τις διαμαρτυρίες επειδή η εικόνα της ΕΡΤ έδειχνε στο ίδιο ύψος Τσίπρα και Μειμαράκη (λες και θα μπορούσε, αφού οι 2 αρχηγοί εμφανίζονταν σε διαφορετικά παράθυρα, να γίνεται διαφορετικά) ξεκίνησε μέσω twitter o διαβόητος Μουρούτης του αλησμόνητου Σαμαρά. Χ… ψηλά κι αγνάντευε, δηλαδή.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;