Το καλύτερο μου το 2011 ήταν το ταξίδι των τριών παιδιών από τα Πομακοχώρια στην Αθήνα. Δεν τα ξέρω τα παιδιά, και δεν τα συνάντησα.
Την ιστορία την έμαθα συμπτωματικά, από μια φίλη μου που είναι καθηγήτρια Μαθηματικών στο Γυμνάσιο της Σμίνθης. Χρόνια τώρα μας διηγείται τις εμπειρίες της από την καθημερινή μάχη που δίνουν με τις προκαταλήψεις, τη φτώχεια, τα στερεότυπα, το παρελθόν αυθαιρεσίας της ελληνικής πολιτείας, με το κλείσιμο των μειονοτήτων στον μικρό καταπιεσμένο κόσμο τους, με τις ανισότητες κάθε είδους με δυο λόγια, για να μπορέσουν να κάνουν το σχολείο τους να λειτουργήσει κανονικά σε δύσκολες συνθήκες. Ένα Γυμνάσιο όπου φοιτούν παιδιά από όλα τα γύρω χωριά, χωριά φτωχά, χωριά όπου μέχρι τη δεκαετία του 90 μπορούσες να τα προσεγγίσεις περνώντας φρουρούμενες μπάρες. Δυσάρεστες ιστορίες, που δεν αφήσαμε να μας απασχολήσουν εδώ κάτω εμάς τους έχοντες και κατέχοντες τον λόγο και τις δημοκρατικές ανησυχίες. Θα μας έθιγαν την εικόνα της ευρωπαϊκής χώρας στην οποία νομίζουμε ότι ζούμε, θα μας ξύπναγαν φόβους που δεν έχουμε αντιμετωπίσει ποτέ ξεκάθαρα κι ανοιχτά, με πλήρη ειλικρίνεια.
Εκεί λοιπόν. Στα μέρη που δεν μπορείς να ονομάσεις καλά-καλά, γιατί ως γνωστόν τα ονόματα είναι η ψυχή μας. Έχουμε κλείσει την ψυχή μας στα ονόματα όπως ο γίγαντας του παραμυθιού είχε κλείσει την καρδιά του σε ένα αυγό κότας. Στη Σμίνθη που μπορεί να τη λέγανε κάπως αλλιώς, αλλά τώρα τη λένε Σμίνθη. Στους Πομάκους που μιλάνε βουλγαρικά αλλά τα λέμε πομακικά, γιατί οι Βούλγαροι λένε πομάκους τους άπιστους που έγιναν μουσουλμάνοι επειδή ήταν εδώ οθωμανοί, που δεν τους λέμε τούρκους ακόμα κι όταν είναι, αν και μαθαίνουν τούρκικα υποχρεωτικά, τα οποία υποτίθεται ότι μιλάνε, αλλά δεν τα ξέρουν.
Βγάλατε άκρη; Κι αυτό δεν είναι παρά η εισαγωγή σε ιστορίες που θα μπορούσαν να τραβήξουν για πολλή ώρα και να φαίνονται πολύ περίπλοκες. Ενώ στην πραγματικότητα είναι τόσο απλές. Τα παιδιά σ’ αυτά τα χωριά δεν έχουν τις ευκαιρίες να μορφωθούν που έχουν τα άλλα. Δεν ξέρουν καλά ελληνικά, και δυσκολεύονται ακόμα περισσότερο με την πολυγλωσσία. Τα χωριά είναι ορεινά, με χίλιες δυσκολίες πάνε στο σχολείο. Κι ωστόσο κατάφεραν να πάρουν μέρος σε έναν πανελλήνιο διαγωνισμό με θέμα την παρουσίαση πειραμάτων Φυσικής και να έρθουν πρώτα. Κι αυτό ενώ διαγωνίζονταν μαζί με παιδιά από τα ιδιωτικά σχολεία της Αθήνας.
Η φυσικός του Γυμνασίου Σμίνθης Αλεξάνδρα Κίτσιου ήταν που έμαθε για τον διαγωνισμό αυτό. Το Βρετανικό Συμβούλιο καλούσε τα σχολεία να παρουσιάσουν σε ένα βίντεο τα δικά τους πειράματα. Κι επειδή έχει μερικά αστέρια στις τάξεις της, αποφάσισε να τα ενθαρρύνει να πάρουν μέρος. Τα παιδιά δούλεψαν πολύ, αλλά δεν περίμεναν ότι το βιντεάκι τους θα ήταν ανάμεσα στα πρώτα δέκα. Κατέβηκαν στην Αθήνα, για πρώτη φορά στη ζωή τους, και τελικά ήρθαν πρώτα. Τώρα η Αϊτούλ, ο Εμράχ και η Γκιουλμπαχάρ ετοιμάζονται να πάνε στο Λονδίνο και πετάνε στα σύννεφα από χαρά.
Είναι σπουδαίο πράγμα να αμείβονται με τέτοιο τρόπο οι κόποι του εκπαιδευτικού. Είναι σπουδαίο να δίνει η πολιτεία ευκαιρίες να αντιμετωπίζεται η ανισότητα στη μόρφωση, και βλέπετε, το κάνει. Δεν είναι απλό, δεν είναι αυτόματο, οι άνθρωποι που διδάσκουν εκεί πάνω έχουν να αντιμετωπίσουν χίλιες δυο δυσκολίες και επιθέσεις απ’ όλες τις πλευρές του εθνικισμού, ο οποίος σε κάθε περίπτωση προτιμά την αμορφωσιά, εξ ενστίκτου. Μερικές φορές όπως αυτή έχουν την ευκαιρία οι εκπαιδευτικοί να νιώσουν ότι οι κόποι τους άξιζαν. Μπορούμε για την περίσταση να νιώσουμε ρίγη εθνικής περηφάνιας.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;