Και στην Ξάνθη έφθασε το φαινόμενο του προπηλακισμού κυβερνητικών παραγόντων και στελεχών με το θερμό επεισόδιο που επιχειρήθηκε να δημιουργηθεί την προ-περασμένη Δευτέρα έξω από το Επιμελητήριο.
Ομάδα τριάντα – σαράντα ατόμων, με μεγάλη παρουσία θεατών, εξύβρισαν τον αναπληρωτή υπουργό περιφερειακής ανάπτυξης Σωκράτη Ξυνίδη ενώ εκτόξευσαν εναντίον του και ένα μπουκάλι με νερό.
Θεατής κι εγώ των τεκταινομένων δεν μπορώ παρά να εκφράσω τη θλίψη και τον αποτροπιασμό των όσων έγινα μάρτυρας. Πολιτική του δρόμου και του «πεζοδρομίου» κυριολεκτικά, χωρίς έρεισμα, με χυδαία φρασεολογία που προσβάλλει την νοημοσύνη και το πολιτικό μας κριτήριο η οποία εκφράζεται από μικρές ομάδες που διασύρουν ωστόσο όλο το κίνημα των πολιτών.
Πώς να χαρακτηρίσει άραγε κανείς ανθρώπους που ως πολιτικό επιχείρημα στην κυβερνητική πολιτική ασχημονούν; Πώς να συμμεριστείς την οργή ανθρώπων οι οποίοι αντί να αντιτείνουν πολιτικό λόγο χρησιμοποιούσαν εκφράσεις όπως παλιοπ….στα, γα…λη και συναφείς εκφράσεις; Είναι αυτοί πράγματι οι αγανακτισμένοι;
Πριν από έναν και πλέον μήνα οι πολίτες βγήκαν στις πλατείες για να διαδηλώσουν ενάντια σε μια πολιτική η οποία στραγγίζει τη χαμηλή και μεσαία τάξη και προσπαθεί να καταπολεμήσει τα ελλείμματα αντλώντας πόρους από τους μη έχοντες. Μια πολιτική που δημιουργεί ανασφάλεια αφού παράγει ανεργία και ύφεση, που σκιαγραφεί αβέβαιο το μέλλον της νέας γενιάς, που έχει οδηγήσει έναν ολόκληρο λαό στην απόγνωση και στην κατάθλιψη. Ήταν εκείνοι οι πολίτες που με ειρηνικό τρόπο διαδήλωναν ενάντια σε όσα γίνονται γι αυτούς χωρίς αυτούς, οι πολίτες που μέσα από γενικές συνελεύσεις κατέθεταν τους προβληματισμούς τους και διαμόρφωναν το δικό τους πολιτικό πλαίσιο. Οι προβληματισμένοι πολίτες οι οποίοι άρθρωναν λόγο και αποδείκνυαν ότι η δημοκρατία λειτουργεί. Κάτι που έγινε, σε μικρή βέβαια έκταση και στην Ξάνθη. Δώσαμε και εμείς το παρόν σαν πολίτες σε αυτές τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας γιατί ζούσαμε μια διαδικασία πρωτόγνωρη, γιατί η φωνή μας ακουγόταν, γιατί θέλαμε να μιλήσουμε για όσα μας έκαναν να θυμώνουμε. Φευ! Δεν πέρασε πολύς καιρός και αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε και πάλι στον καναπέ μας. Γιατί αυτό το κίνημα, το δικό μας κίνημα, το εκφύλισαν ομάδες σαν αυτή που βρέθηκαν έξω από το ΕΒΕ, στερώντας το δικαίωμα σε όλους εμάς που πιστεύουμε στην πολιτική έκφραση και όχι στην διασπορά μίσους και τη δημιουργία καταστάσεων οι οποίες θίγουν την ίδια την δημοκρατία. Έτσι μας έκλεισαν και πάλι στα σπίτια μας, γεγονός που τους βολεύει αφού βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρό για να εκφράσουν τον οχετό που κρύβουν μέσα τους.
Πέρα όμως από την τρόπο έκφρασης το πιο λυπηρό είναι η συνύπαρξη εθνικιστικών και ακροδεξιών με ανθρώπους που προέρχονται από τον προοδευτικό χώρο. Στο ίδιο πεζοδρόμιο, κάτω από τα ίδια συνθήματα. Το πιο λυπηρό είναι η ύπαρξη εκπαιδευτικών, ανθρώπων που διδάσκουν τα παιδιά μας, με το μίσος αποτυπωμένο στο βλέμμα, που επέλεξαν να λύσουν τις πολιτικές τους διαφορές με χυδαία φρασεολογία. Είναι αυτοί άραγε οι άνθρωποι που θα δώσουν στους μαθητές τις αρχές του σεβασμού της αξιοπρέπειας του ανθρώπου; Το πιο λυπηρό όμως είναι αυτό που ανέφερα και παραπάνω. Το μίσος που ήταν αποτυπωμένο στα μάτια και στις ψυχές τους. Τόσο που πραγματικά ανατρίχιασα και μόνο με την σκέψη ότι αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν ίσως να ασκήσουν κάποτε εξουσία.
Καθόμαστε αναπαυτικά μπροστά στους τηλεοπτικούς μας δέκτες και παρακολουθούμε αυτές τις εικόνες της ντροπής, επιδοκιμάζοντας πολλές φορές τις τακτικές που πλέον έχουν παγιωθεί στην ελληνική κοινωνία και παραγνωρίζοντας βασικά σημεία. Ναι αυτή η πολιτική μοιάζει αδιέξοδη. Ναι αυτή η πολιτική δοκιμάζει σκληρά τις αντοχές μας. Ναι αυτή η πολιτική αυξάνει τα επίπεδα της φτώχειας. Ναι αυτή η πολιτική δημιουργεί στρατιές ανέργων. Ναι αυτή η πολιτική πρέπει να αλλάξει. Ωστόσο αυτό το αίτημα δεν μπορούμε να το αφήσουμε στα χέρια φανατικών και ακραίων, αυτή η αλλαγή είναι δική μας υπόθεση.
Ας δούμε όμως και μια άλλη παράμετρο. Σήμερα σε μια δημοκρατική χώρα, είναι δυνατόν να στερούμε σε έναν άνθρωπο το δικαίωμα να κυκλοφορεί ελεύθερος; Γιατί αυτό συμβαίνει. Κυβερνητικά στελέχη και κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι τρέμουν πλέον για την προσωπική τους ασφάλεια κάθε φορά που εμφανίζονται σε μια εκδήλωση. Αυτό είναι δημοκρατία; Αυτό είναι ελευθερία; Και άραγε έχουν το δικαίωμα αυτοί οι υποτιθέμενοι «αγανακτισμένοι» να εκφοβίζουν όσους πολίτες θέλουν να παρακολουθήσουν μιαν εκδήλωση που διοργανώνεται είτε από το κυβερνών κόμμα, είτε από φορείς παρουσία υπουργών και στελεχών; Η δική μας ελευθερία που βρίσκεται άραγε; Και στο τέλος τέλος ποιος τους δίνει το δικαίωμα να καταρρακώνουν την αξιοπρέπεια των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων επειδή εξέφρασαν δια της ψήφου τους την βούλησή τους στο ναό της δημοκρατίας; Άσχετα εάν διαφωνούμε ή συμφωνούμε με την στάση τους. Με αυτή την έννοια όσοι σήμερα προπηλακίζουν κυβερνητικά στελέχη ή εκπροσώπους του κοινοβουλίου αναβιώνουν έναν έρποντα φασισμό ο οποίος ευτυχώς, προς το παρόν, περιορίζεται σε μικρές ομάδες. Ωστόσο είναι φασιστικές πρακτικές και αυτό πρέπει να το βάλουμε καλά στο μυαλό μας την επόμενη φορά που θα χαμογελάσουμε σε τέτοιου είδους φαινόμενα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι είναι αυτοί που μας στερούν το δικαίωμα να διαμαρτυρηθούμε ειρηνικά και πολιτικά, καθώς ένα πραγματικά πολιτικό ον αρνείται να συνυπάρξει με την πολιτική του τραμπουκισμού και του πεζοδρομίου. Με την τακτική τους αυτή οδηγούν στην ανελευθερία όχι μόνο τους εκφραστές της κυβερνητικής πολιτικής αλλά και όλους εμάς.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε και κάτι άλλο. Σήμερα υπάρχει ένα λαϊκό κίνημα που εκφράζεται είτε μέσα από τη συμμετοχή σε κόμματα, είτε μέσα από την συμμετοχή σε συνδικάτα, οργανώσεις και κινήσεις. Μέσα από αυτό το κίνημα οφείλει να γίνεται η κάθε έκφραση, συλλογικά και συντονισμένα, διαφορετικά μετατρέπεται σε ατομική έκφραση, σε έκφραση για την πάρτη μας. Και μια τέτοια έκφραση δεν μπορεί να φέρει αποτέλεσμα.
Ζούμε επικίνδυνες καταστάσεις, όπου ο προοδευτικός χώρος συμβαδίζει με την άκρα δεξιά, όπου η πολιτική του όχλου προσπαθεί να κατευθύνει τις πολιτικές εξελίξεις όπου εκείνη θέλει, όπου η χειραγώγηση των μαζών επιχειρείται μέσα από την αναβίωση της μισαλλοδοξίας και του τραμπουκισμού. Η διαμαρτυρία είναι σαφώς αναφαίρετο δικαίωμα. Όταν όμως αυτή εκτρέπεται και οδηγεί σε προπηλακισμούς τότε παύει να είναι έκφραση αντίδρασης και μετατρέπεται σε έκφραση βίας. Άλλωστε μην ξεχνάμε πως η δημοκρατία μας δίνει το απόλυτο όπλο διαμαρτυρίας. Και αυτό είναι η επιλογή μας μπροστά στην κάλπη. Οι εξελίξεις πρέπει να καθορίζονται μέσα από αυτή την διαδικασία και όχι από τις πολιτικές που ασκούνται στο πεζοδρόμιο. Αυτό το δικαίωμά μας θα πρέπει να το διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού. Και αυτό οφείλουμε να το αντιληφθούμε και να αντιδράσουμε πολιτικά σε όλους εκείνους που τελικά περιορίζουν το δικό μας δικαίωμα έκφρασης, τη δική μας ελευθερία.
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;