Βγήκαμε το Σάββατο στα μπαλκόνια μας για να χειροκροτήσουμε το ιατρικό προσωπικό της χώρας για τη μάχη που δίνει ενάντια στον κορονοϊό. Και ορθώς πράξαμε. Και την οργή μας, για το γεγονός ότι μαζί μας χειροκρότησαν και κάποιοι που τα προηγούμενα χρόνια πολέμησαν λυσσωδώς το δημόσιο σύστημα υγείας, την πνίξαμε. Με δαύτους θα λογαριαστούμε όταν έρθει η ώρα, όχι τώρα.
Είπαμε-και λέμε καθημερινά-τον καλό μας το λόγο για τους ένστολους και όλους τους υπαλλήλους του κράτους που αυτόν τον καιρό βάζουν τα δυνατά τους για να κρατήσουν την οργανωμένη πολιτεία όρθια και αποτελεσματική σε μία πραγματικά πολύ δύσκολη περίοδο, τη δυσκολότερη που αυτός ο τόπος περνά μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Πράξαμε, επίσης, ορθά.
Δεν ακούσαμε, όμως, τους ίδιους επαίνους για τους “απαρατήρητους” του συστήματος, όπως πολύ σωστά τους βάφτισε η συνάδελφος Αγγελική Σπανού στο ομώνυμο βιβλίο της. Τις γυναίκες και τους άνδρες που συνεχίζουν να εργάζονται στα σούπερ μάρκετ και στα άλλα μεγάλα καταστήματα που πωλούν είδη πρώτης ανάγκης για να μην μας λείψει τίποτα στον ιδιότυπο αυτό έγκλεισμό μας.
Δεν “πουλάνε” αυτοί οι άνθρωποι. Δεν έχει κάτι συναρπαστικό να επαγγέλλεσαι υπάλληλος σούπερ μάρκετ, δεν συναρπάζει τα πλήθη, ούτε και αποτελεί στόχο για κάποιο από τα παιδιά της εποχής. Ούτε οι άνθρωποι αυτοί θέλησαν να αναλώσουν τον εργασιακό τους βίο πίσω από ένα ταμείο ή ένα ψυγείο κόβοντας τυριά και σαλάμια. Το κάνουν όμως γιατί έτσι τα έφερε η ζωή. Και το κάνουν εξαιρετικά καλά.
Οχι μόνο τώρα που κατά κάποιο τρόπο τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν πάνω τους. Αλλά ανέκαθεν. Απλώς δεν τους έδινε κανείς σημασία. Ποιος να ασχοληθεί με την καθαρίστρια του Σκλαβενίτη και το μανάβη του Βασιλόπουλου;
Χρόνια τώρα, δεκαετίες, από τη στιγμή που ο καπιταλισμός οργανώθηκε σε μεγάλες μονάδες λιανικής πώλησης, χιλιάδες, εκατομμύρια πόδια ανά τη γη ταλαιπωρούνται από το φλεβίτη που “χτυπά” συνήθως τα επαγγέλματα όπως αυτά που κρύβουν ορθοστασία και αρκετή χειρωνακτική δουλειά.
Αλλοι και άλλες πέθαναν και εξακολουθούν να πεθαίνουν από καρκίνο ερχόμενοι σε επαφή με επικίνδυνες χημικές ουσίες για τον καθαρισμό ή για άλλες λειτουργίες του καταστήματος. Και όλοι έχουν έρθει αντιμέτωποι κατά καιρούς με την αχαρακτήριστη αγένεια των καλοζωισμένων “νοικοκυραίων” που προσέρχονται για να κάνουν επίδειξη του πλουτισμού και της ξιπασιά τους σε ανθρώπους που τους θεωρούν, προφανώς, κατώτερους.
“Κοπελιά, πιο λεπτό κόψε το τυρί σε παρακαλώ, δεν μπορούμε να το φάμε έτσι”. “Οχι αυτό το ψάρι, δεν με ακούς; Το άλλο σου έδειξα”. “Μην χαζεύεις, βιάζομαι. Βάλε το μπέικον που σου ζήτησα”. “Εγώ είμαι πελάτης και ο πελάτης έχει πάντα δίκιο”.
Φουκαράδες που έτυχε να βάλουν μερικά παραπάνω λεφτά στην τσέπη τους, ή φουκαράδες που ενώ είναι μικροαστοί ονειρεύονται να γίνουν αστοί ταλαιπωρούν τον κόσμο που εργάζεται. Που εργάζεται για μισθούς στην καλύτερη περίπτωση μέτριους. Που εργάζεται χωρίς καμία ιδιαίτερα συνδικαλιστική εκπροσώπηση. Που είδε τα δικαιώματά του να τσακίζονται στη φρικτή οκταετία των τριών μνημονίων.
Αυτοί οι άνθρωποι κλήθηκαν τώρα να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά και να είστε σίγουροι πως θα το κάνουν γιατί αυτή είναι η δουλειά τους. Αυτό κάνουν χρόνια τώρα. Με συνέπεια και αυταπάρνηση. Με επαγγελματισμό που δεν βλέπεις ούτε στα καλύτερα στελέχη πολυεθνικών. Και όχι γιατί γουστάρουν Αλλά διότι την έχουν ανάγκη την αναθεματισμένη τη δουλειά.
Την επόμενη φορά που θα πληρώσετε στο σούπερ μάρκετ, ρίξτε μια ματιά στα χέρια της κοπέλας που θα σας “χτυπήσει” τα πράγματα στο ταμείο. Παραπέμπουν σε χέρια γυναίκας μεγαλύτερης από αυτή που πραγματικά βλέπετε, είναι χέρια που έχουν αποτυπωμένα πάνω τους τη σκληρή δουλειά, μυρίζουν ατόφιο μόχθο από χιλιόμετρα.
Αυτοί οι άνθρωποι, εν καιρώ τεράστιας κρίσης, και ενώ και οι ίδιοι αγωνιούν για το μέλλον το δικό τους και των οικείων τους, είναι πλέον υποχρεωμένοι να εργάζονται μέχρι τις 10 το βράδυ ακόμα και την Κυριακή. Για να μην λείψει τίποτα από τα σπίτια μας στον καιρό του ζόφου. Αξίζουν, ρε γαμώτο, κάτι περισσότερο από το σεβασμό μας αυτοί οι ήρωες της διπλανής πόρτας. Αλλά δεν τον έχουν. Ούτε και πρόκειται να τον αποκτήσουν ποτέ.