mousopoulos gri best

«Γιάννης Μενεσίδης, φωνή της ψυχής και της γης» Του Θανάση Μουσόπουλου

22 Νοεμβρίου 201221:45

mousopoulos gri bestΤο Γιάννη Μενεσίδη τον γνώρισα πρώτα ως γιατρό και μετά ως ζωγράφο. Αργότερα τον θαύμασα και ως έναν άνθρωπο άξιο και ικανό.

  Όταν πληροφορήθηκα – πολύ παλιά αυτό – πως ο Γιάννης είναι μαθητής του Πεντζίκη, έφερα στο μυαλό μου τη συνάντησή μου με το δάσκαλό του το 1981 στο Α΄ Συμπόσιο Νεοελληνικής Ποίησης στην Πάτρα. Τότε ήταν της μόδας οι νέο-ορθόδοξοι. Ευτυχώς ο Πεντζίκης σκόρπιζε γνησιότητα και ατόφιο χριστιανικό πνεύμα, χωρίς ταμπέλες. Μίλησε τότε με θέμα «Γλώσσα, Γράμματα και Αριθμοί», άκουσα από το στόμα του να εξηγεί την ψηφαριθμητική μέθοδό του. Ασκητισμός και πνευματικότητα.

  Έτσι και το Μενεσίδη τον είδα απροκατάληπτα, και δεν έπεσα έξω τόσα χρόνια τώρα, καθώς σταδιακά γνωριζόμαστε καλύτερα. Είχα, μάλιστα, ανάμεσα σε άλλα, τη μεγάλη χαρά και τιμή στο πρόσφατο βιβλίο μου «Βυζαντινή Οικουμένη» έργο του Γιάννη Μενεσίδη να κοσμεί το εξώφυλλό του.

  Να προσθέσω ότι χάρηκα που ο Μενεσίδης συνεργάστηκε κατά καιρούς με τη «Διαγώνιο» του Ντίνου Χριστιανόπουλου, τον οποίο επίσης εκτιμώ ιδιαίτερα.

   Θα παραθέσω στη συνέχεια ορισμένα τυπικά βιογραφικά στοιχεία και κατόπιν θα προσπαθήσω να μιλήσω συνοπτικά για το έργο του, στηριγμένος σε γνώμες ειδικών και σε δικές μου απλές παρατηρήσεις.

*

  Ο Γιάννης Μενεσίδης γεννήθηκε στη Δράμα το 1947. Σπούδασε ιατρική στο Α.Π.Θ. και ειδικεύτηκε στην πνευμονολογία – φυματιολογία. Από το 1980 ζει στην Ξάνθη και ως πρόσφατα που συνταξιοδοτήθηκε ήταν διευθυντής του Πνευμονολογικού τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Ξάνθης. Μαθήτευσε κοντά στον Ν.Γ. Πεντζίκη. Συνεργάστηκε με τη μικρή πινακοθήκη “Διαγώνιος” (1975-1995). Εκθέτει από το 1975 ομαδικά και από το 1981 ατομικά. Πραγματοποίησε πολλές ατομικές εκθέσεις (Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Ξάνθη και Δράμα). Πέντε εκδόσεις τέχνης κυκλοφόρησαν για το έργο του. Είναι μέλος του Σ.Κ.Ε.Τ.Β.Ε. και της Ε.Ε.Ι.Κ. (Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Καλλιτεχνών). Έργα του υπάρχουν στην Πινακοθήκη της Εταιρείας Μακεδονικών σπουδών, στη Δημοτική Πινακοθήκη Ξάνθης, στη Μ.Κ.Ε. “Τέχνη”, στο Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης και σε ιδιωτικές συλλογές. Στο Διαδίκτυο ψάχνοντας βρήκα πολλά επιμέρους στοιχεία και έργα του.

  Στο κείμενό μου αυτό θα στηριχθώ σε τρία βιβλία – λευκώματα του Γιάννη Μενεσίδη :

  • 34 Σχέδια, εκδόσεις Διαγωνίου, Θεσσαλονίκη, 1997
  • Μνήμης Καταγραφές, Ξάνθη, 2001
  • Κεκρυμμένη χαρά, Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης,Ξάνθη, 2005

  Στο πρώτο βιβλίο, εκτός από τα ασπόμαυρα σχέδια, υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία του Μενεσίδη και κριτικά κείμενα των Ντόρας Ηλιοπούλου Ρογκάν (1980), Ν. Γ. Πεντζίκη (1981 + 1988), Περικλή Σφυρίδη ( 1985), Σοφίας Καζάζη ( 1985), Παντελή Φούντα (1988), Σωτήρη Γουνελά ( 1990) και Ντίνου Χριστιανόπουλου (1996).

  Το βιβλίο «Μνήμης Καταγραφές, έχει ασπρόμαυρα και έγχρωμα έργα, βιογραφικά στοιχεία, ενώ στην αρχή, στα ελληνικά και αγγλικά – όπως είναι άλλωστε όλα τα κείμενα του βιβλίου – περιέχεται τετρασέλιδη εμπεριστατωμένη εισαγωγή του Χάρη Καμπουρίδη με τίτλο «Η Συνοχή του τοπίου – Η εικαστική γραμμή του Μενεσίδη είναι ένα νήμα που υφαίνει τον κόσμο και την ανατολικορωμαϊκή πνευματική παράδοση». 

  Τέλος, το βιβλίο «Κεκρυμμένη χαρά» περιέχει επίσης ασπρόμαυρα και έγχρωμα έργα (επίσης στα ελληνικά και αγγλικά), πολλά βιογραφικά, εργογραφικά και βιβλιογραφικά στοιχεία, ενώ στις σελίδες 7 – 12 υπάρχει το άρθρο της ιστορικού τέχνης Κάτιας Κιλεσοπούλου «Η ζωγραφική του Γιάννη Μενεσίδη» και στη σελίδα 19 κείμενο του Μενεσίδη με τίτλο «Κεκρυμμένη χαρά».

  Είναι πολύ φυσικό, πιστεύω, να φωτίσουμε τη σχέση του Μενεσίδη με τον Πεντζίκη, να εξετάσουμε τη σχέση ‘μαθητείας’, αν μπορούμε να τεκμηριώσουμε μια τέτοια άκρως ουσιαστική σχέση – άλλο επιρροή και άλλο μαθητεία.

  Ο ίδιος ο Γιάννης Μενεσίδης σε κείμενό του σημειώνει με απόλυτη ειλικρίνεια :  «Τον κυρ Νίκο τον γνώρισα το 1968 με προτροπή του καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Ιβήρων, αρχιμανδρίτου Βασιλείου. Έκτοτε ήμουν συχνός απογευματινός επισκέπτης στο σπίτι του, επί της οδού Βασ. Όλγας 197 στη Θεσσαλονίκη (…) Ιατροί, ζωγράφοι, φιλόλογοι, θεολόγοι, μοναχοί και άλλοι απολάμβαναν τον απογευματινό, πυκνό, ρυθμικό και ρέοντα μονόλογό του (…) Οι γνώσεις μου, μέσα στο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κύκλο των επισκεπτών του, ήταν αρχικά ελλιπείς. Έτσι μόνον άκουγα και σπάνια συμμετείχα στις συζητήσεις τους  (…) Ο μονόλογός του μού ήταν ελκυστικός, δεν είχα αντιδράσεις, αποδεχόμουν όσα έλεγε. Συχνά δεν καταλάβαινα τα πυκνά και πρωτόγνωρα νοήματά του. Έννοιες όπως η μνήμη, ο μύθος, η παραμυθία, η θυσία, η έννοια του πλήθους στην εκκλησία, ήταν μερικά από τα θέματα που μας εξηγούσε. Γρήγορα τον αισθάνθηκα σαν πνευματικό οδηγό μου, όχι για τις αμαρτίες, αλλά για τις αλήθειες που έλεγε (…) Το 1974 με προέτρεψε να ζωγραφίσω βλέποντας σχέδιά μου. Έκτοτε παρακολουθούσα τη ζωγραφική του σκέψη, την ψηφαριθμητική του ενασχόληση στη ζωγραφική και τις παρατηρήσεις που κατά καιρούς έκανε στα βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης».

  Οι μελετητές του Μενεσίδη και γενικά όσοι μιλούν για το έργο του τονίζουν τη στενή σχέση του με τον Πεντζίκη. Ο πιο – κατά τη γνώμη μου – εύστοχος είναι ο Ηλίας Πετρόπουλος που το 1998 γράφει : «Έκαστος επιζήσας μαθητής του Πεντζίκη διαθέτει αυτόνομη προσωπικότητα». Πιο συμβατικά, η Κάτια Κιλεσοπούλου το 2005 παρατηρεί : «(Ο Πεντζίκης) ενθάρρυνε την εικαστική αυτοέκφραση του Μενεσίδη προτρέποντάς τον να τη βασίζει σε γνήσιο βίωμα, σε αυστηρή αυτοκριτική, σε συνεχή λυτρωτική εσωτερική διεργασία, τελικά σε μια ολιστική κοσμοαντίληψη, της οποίας μόνον μια πτυχή αποτελούσε η καλλιτεχνική έκφραση».

  Ακόμη και όσοι θεωρούν ότι ο Πεντζίκης αφήνει βαριά τη σκιά του στο Μενεσίδη, τελικά ομολογούν :  «Ο Γ.Μ. είναι μαθητής του Πεντζίκη, δημιούργημα κατ’ εικόνα και ομοίωσή του. Με τον καιρό, με πολλή δουλειά και κόπο, μπόρεσε στα σχέδια με σινική να βρει το δικό του πρόσωπο (…) Απορεί κανείς με την τέχνη, την υπομονή και τη συνθετική ικανότητα του Μενεσίδη»( Περικλής Σφυρίδης).

  Μερικοί μάλιστα θεωρούν ότι ο μαθητής ξεπέρασε το δάσκαλο : «Σε αντίθεση με τον Πεντζίκη που σχεδιαστικά και συνθετικά υστερούσε και χρησιμοποιούσε το χρώμα συχνά άναρχα, ίσως δοκιμάζοντας τις δυνατότητές του, ο Μενεσίδης κατέκτησε την αρετή της ευταξίας στη σύνθεση. Το σχέδιο σταθερά στηρίζει τις πουαντιγιστικές επιθέσεις του χρώματος, δημιουργώντας θύλακες που το δέχονται. Ο τρόπος αυτός αποτελεί την προσωπική τεχνική του καλλιτέχνη κατακτημένη μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες» ( Κ. Κιλεσοπούλου).

  Ο δάσκαλος  Πεντζίκης είναι, όπως πάντοτε, πολύ σαφής και καθαρός : «Η ζωγραφική δουλειά του Γιάννη Μενεσίδη μαρτυρεί μια πορεία στους χώρους της μνήμης. Της μνήμης που αναπληρώνει τη ζωή και την υποκαθιστά. Αντίληψη και αίσθημα ανάλογο προς εκείνο της θρησκευτικά διαπαιδαγωγημένης λαϊκής συνείδησης. Εκείνης που τον δίδαξε να υπομένει και στερούμενος να μπορεί να χαίρεται ανεξάρτητα από κάθε απόκτηση και στέρηση ή απώλεια».

  Ο Γιάννης Μενεσίδης είναι ένας λαϊκός βυζαντινός ζωγράφος, σε πρώτη φάση με τα ασπρόμαυρα και σε δεύτερη φάση με τα έγχρωμα έργα του. Οι μελετητές επεξηγούν και τεκμηριώνουν τις παραπάνω διαπιστώσεις.

  Η  Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν το 1980 γράφει «Στα μοναδικά ασπρόμαυρα (…) εντυπωσιάζει με την ώριμη, μεστή σύνθεσή του και την επαγωγικά εννοημένη υλοποίηση της έμπνευσής του που μας γοητεύει όσες φορές και αν κοιτάξουμε τα έργα (…) με μιαν εκπληκτική ευχέρεια στο σχέδιο και γνώση των ιδιοτήτων του διφορούμενου», ενώ ο Ντίνος Χριστιανόπουλος το 1996  παρατηρεί «Με ταπεινή καρδιά και καθημερινή άσκηση, ο Μενεσίδης κατορθώνει κομψά σχεδιαστικά τελετουργήματα, απ’ όπου δε λείπει και μια λαϊκή αίσθηση της ανθρώπινης μορφής και των πραγμάτων». Ο Χάρης Καμπουρίδης με έναν λόγο, θα έλεγα, αφοριστικό σημειώνει :  «Ο Μενεσίδης εκφράζει σήμερα με τον καλύτερο τρόπο την σύγχρονη ρωμαίικη ζωγραφική, ως ιδιαίτερη ρίζα, ως ιδιαίτερο βλέμμα στον κόσμο και ως ιδιαίτερη ψυχική διαδικασία που γεννά την εικαστική εικόνα»

  Τα χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του Μενεσίδη πλησιάζουν σε αυτό που θα λέγαμε ναΐφ τέχνη, με στοιχεία παιδικής και μη ακαδημαϊκής ζωγραφικής. «Το ασυνήθιστο στη ζωγραφική του, σε σύγκριση με ό,τι συχνά βλέπουμε, είναι ότι μας βοηθάει να νιώσουμε πόσο εξωτικός και απροσδόκητος είναι αυτός ο τόπος όταν τον αντικρίζουμε με τ’ αθόλωτο μάτι του παιδιού» (Π. Φουντάς).

  Στο άρθρο μου τούτο χρησιμοποίησα στον τίτλο «φωνή της ψυχής και της γης», γιατί νομίζω ότι το δίπολο αυτό ψυχή – γη περικλείνει τη βαθύτερη ουσία της τέχνης του Μενεσίδη. Πραγματικά, διαπίστωσα ότι και άλλοι μελετητές του έχουν σύστοιχες απόψεις. Αίφνης ο Σωτήρης Γουνελάς γράφει : «Άλλοτε ονειρικός, άλλοτε άκρως πραγματικός – ο μαθητής αυτός του Ν. Γ. Πεντζίκη – σκάβει τις επιφάνειες, φανερώνει τα χρώματα της πέτρας, τις γήινες αποχρώσεις, τα νερά που τυλίγουν τις εκκλησίες, αυτές τις ριζωμένες στα χωριάτικα ή νησιώτικα χώματα εκκλησίες, που κοιτούν κατά τον ουρανό και συνάμα συλλέγουν τις ψυχές μέσα στο θαλάμι τους, ταξιδεύοντάς τες στο χώρο της αγιοσύνης».

  Νομίζω ότι αυτό το δίπολο έχει ουσιαστική σχέση με τις ρίζες της τέχνης του Μενεσίδη : Χριστιανισμός / Βυζάντιο – Ανατολή, αστικός χώρος – φύση – πνευματικός χώρος. Αυτή η στάση του ζωγράφου σχετίζεται με τη γενικότερη θεματολογία του και με τα αναπαραστατικά χαρακτηριστικά του. Η Κάτια Κιλεσοπούλου γράφει : «Αρνούμενος την ψευτιά της προοπτικής και της φωτοσκίασης, ο καλλιτέχνης λειτούργησε εξ αρχής ως συνεπής μικρογράφος, φέροντας λες αταβιστικά μέσα του τα χαρακτηριστικά αυτής της μακραίωνης τέχνης τόσο στη βυζαντινή της εκδοχή όσο και στην ανατολίτκη εξελικτική της εκδοχή (…) Στα μάτια του σύγχρονου θεατή ορισμένα σχέδιά του θα μπορούσαν να εκληφθούν ως ψυχογραφήματα μιας υπερχειλίζουσας ανάγκης εκτόνωσης συμπιεσμένων εσωτερικών καταστάσεων (…) Ο υλικός κόσμος που λοιδορείται και καταδικάζεται από τους φανατικούς ψευδοθρησκευόμενους, στο έργο του Μενεσίδη δοξολογείται, γιατί υπάρχει η βαθιά πίστη ότι ο άνθρωπος, η υλική δημιουργία, φέρουν τα σπέρματα του Θεού ως αγαθού πατρός (…)Ο καθαρά αστικός χώρος όπου έζησε μικρά ή μεγάλα διαστήματα (π.χ. Δράμα, Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Ξάνθη, Θάσος, Σάμος, Χαλκιδική) εμπλουτίζουν τη θεματολογία του στην κατηγορία του ημιαστικού και φυσικού τοπίου. Πουλιά, έντομα, όστρακα, ψάρια, κάθε είδους φυτά, λουλούδια και δένδρα ζωγραφίζονται με επιστημονική επιμέλεια, ακρίβεια αλλά και τρυφερότητα. Αγαθοποιά πνεύματα, άγγελοι και άγιοι επιστατούν αυτήν την εκθαμβωτική φύση (…) Στο μεταίχμιο ανατολής – δύσης, ο Μενεσίδης αναβιώνει αξίες της παράδοσής μας και φωτίζει πτυχές της ελληνορθόδοξης αντίληψης για τον κόσμο, ποιώντας τέχνη παραμυθίας και αναψυχής».

  Ο Χάρης Καμπουρίδης προσεγγίζει με παρόμοιο τρόπο την τέχνη του Μενεσίδη. Στέκομαι σε κάποιες καίριες διατυπώσεις του, τις οποίες αξίζει να σχολιάσουμε : «Στους πίνακες του Μενεσίδη μοιάζει σα να μην υπάρχει άδειος χώρος, κάθε χιλιοστό του έχει ένα μικρό σχεδίασμα που το συνδέει με το διπλανό του. Horor Vacui, ο ‘τρόμος του κενού’ θα παρατηρήσει όποιος πέρασε από σπουδές αρχαιολογίας και θυμηθεί όσα γράφονται σ’ αυτά για τις παραστάσεις των προϊστορικών αγγείων του ελλαδικού χώρου (…) Δεν είναι ‘τρόμος του κενού’, αλλά αντίστροφα, μια αναβάθμιση της έννοιας του άδειου σε γεμάτο. Μια θέαση του συνολικού τοπίου, από την ταπεινή οπτική γωνία ενός μικροσκοπικού σημείου, αυτού το οποίο αποτελεί την κινούμενη γραφίδα του ζωγράφου. Η συρόμενη γραμμή, ένα νήμα που υφαίνει τον κόσμο». Κάτι παρόμοιο παρατηρεί και ο Φουντάς : «Πράγματι, σε κάθε πίνακα, υπάρχει τέτοιο πυκνό πλήθος από καταγραμμένες μνήμες, τέτοιο βαρύ φορτίο από έμμονες ή φευγαλέες αισθήσεις, και όμως η κατάμεστη ζωγραφική επιφάνεια ανάλαφρη, κυματιστή, γιορτάζει».

  Έχω την αίσθηση ότι για τη ζωγραφική επιφάνεια του Μενεσίδη ισχύει ό,τι για το εσωτερικό του ορθόδοξου ναού. Όπως στο εσωτερικό του βυζαντινού ναού όλα τα σημεία – τρούλοι, κόχες – είναι γεμάτα ζωγραφισμένες επιφάνειες / το σύμπαν δεν είναι άλλωστε όλο γεμάτο ; Είναι σαν την κινηματογραφική λήψη τη ‘μονοκόμματη’, ‘μονοπλάνο’ λεγόμενη.

  Πρόσφατα, είχα την ευκαιρία να χαρώ στο σπίτι / εργαστήριό του έργα του Γιάννη Μενεσίδη, αλλά και μια πλούσια συλλογή από κοχύλια και άλλα θαλασσινά οστρακοειδή. Έμεινα έκθαμβος ! Είπα, να, από δω, από τη ίδια τη φύση εμπνέεται στο έργο του σχέδιο και κυρίως χρώμα. Μέσα στην οικογενειακή θαλπωρή ο Γιάννης βιώνει και αναβιώνει ό,τι έζησε κοντά στον Πεντζίκη, στη νεότητά του, και κοντά σε κοινότητες αγάπης στο Αγιονόρος. Και βέβαια, να σημειώσω την πλήρη πνευματικότητά του. Δεν είναι μονόπλευρος και απρόσιτος.

  Ο Χάρης Καμπουρίδης ας με βοηθήσει σε τούτη την προσέγγισή μου : «Η καταλυτική πνευματική παρουσία του Ν.Γ.Πεντζίκη έκανε για πρώτη φορά γνωστή τη σχέση της ζωγραφικής με την ψυχική άσκηση (…) Στη χριστιανική ζωή, η γνώση και η πίστη μεταβιβάζονται διαπροσωπικά, από άνθρωπο σε άνθρωπο, όχι μέσα από αφαιρετικές αρχές και βιβλία (…) Μ’ άλλα λόγια, η μεταβίβαση από τον μακαριστό Πεντζίκη στον διάδοχο του Μενεσίδη, δεν είναι πράξη μεταβίβασης τεχνικών γνώσεων αλλά μεταβίβαση ψυχικής στάσης, της ψυχής της ίδιας (…) Διάβασα μέρος από τα κείμενα του ζωγράφου. Έτσι συνειδητοποίησα και τις άλλες του πλευρές, είναι μια πνευματική προσωπικότητα ολοκληρωμένη και φωτισμένη».

  Ο Μενεσίδης ‘πήρε’ από τον Πεντζίκη την ψηφαρίθμηση, παρατηρεί μάλιστα «Δεν γνωρίζω εάν όλη η διεργασία της ψηφαρίθμησης είναι προσευχή, όμως νομίζω ότι τα αλλεπάλληλα μετρήματα βοηθούν τον καλλιτέχνη να συνειδητοποιήσει την ασυνέπειά του μέσα από τα λάθη των μετρημάτων του. Προσωπικά νομίζω ότι αν ονοματίσεις αυτό που η ψυχή σου καταγράφει, τότε έχεις υπομονή να παλαίψεις με τους καημούς σου και να μετατρέψεις τον κόπο σου σε προσευχή που και ρυθμό θα έχει και τόνο και ποικιλία»

*

  Πέρα από την τεχνική υπάρχει η τέχνη και ο άνθρωπος, αν θέλετε υπάρχει η θέληση του δημιουργού. Και ο δημιουργός Γιάννης Μενεσίδης είναι σαφής και καθαρός όπως και ο δάσκαλός του, γράφοντας :

 

Κεκρυμμένη χαρά

Παραλληλίζω τη ζωγραφική μου με μια ροδιά που μεταφέρει έννοιες κεκρυμμένης χαράς. Γλυκαίνομαι, χάνομαι και αποσαθρώνομαι στη ζωγραφική επιφάνεια. Ψάχνω να βρω αυτά που μου χαρίζονται. Φορώ ρούχα δανεικά, σκορπίζομαι και γίνομαι πολύμορφος. Κοπιάζω, απογοητεύομαι, η επιφάνειά μου όταν φωτίζεται δωρεάν, υπερίπταμαι. Είναι κάτι που δεν το εξασφαλίζει η προσπάθειά μου. Ούτε ζωγραφικά μου παρέχεται πάντα η ασφάλεια της σωστής απόδοσης. Η εμπειρία μου με βοηθά μόνο να μην ξεστρατίσω. Θα ήθελα να υπάρχω εν ονόματι του πλήθους που χάνομαι.

*

  Γράφοντας τούτο κείμενό μου – αντίδωρο αγάπης στο Γιάννη Μενεσίδη – ετοίμαζα κάτι για την ποιήτρια / δασκάλα μου Κατίνα Βέικου Σεραμέτη.  Ένα ποίημά της :

ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ…

Αγαπημένε,

Αποφάσισα να νηστεύω και να προσεύχομαι

(σα βυζαντινός αγιογράφος),

ίσως και μπορέσω ν’ αποδώσω τη μορφή σου,

όπως μου ενυπάρχει,

όπως σε νιώθω και σε σκέφτομαι.

Το αφιερώνω στο Γιάννη Μενεσίδη και στα έργα του, υλικά και άυλα.

Ξάνθη, Νοέμβριος 2012

(κάνετε κλικ στις εικόνες για να δείτε έργα του γνωστού εικαστικού)

menesidis 1

menesidis 2

menesidis 3

menesidis 4

menesidis 6

menesidis 7

 

 

Αρθρογράφος

mm
Τμήμα Ειδήσεων Hellas Press Media
Η Hellas Press Media είναι το πρώτο ενημερωτικό Δίκτυο που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Αν θέλετε να ενταχθείτε στο Δίκτυο επικοινωνήστε στο info@hellaspressmedia.gr