Μια εξαιρετική παράσταση, ο «Αγαμέμνων» του Αισχύλου, παρουσιάζεται από το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης το βράδυ της Πέμπτης στο Υπαίθριο Δημοτικό Αμφιθέατρο της Ξάνθης. Οι κριτικές μέχρι σήμερα είναι εξαιρετικές ενώ στο επίκεντρο βρίσκεται για το ρόλο της Κλυταιμνήστρας, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, που υποδύεται μάλιστα για δεύτερη φορά το ρόλο της Κλυταιμνήστρας μετά την «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη.
Η γνωστή ηθοποιός, που εμφανίστηκε πρόσφατα και τους Φιλίππους, μίλησε στο KavalaPress.gr και τον Τάσο Μαρκουλίδη, για την παράσταση, το ρόλο της, τη διαφορετική προσέγγιση μεταξύ Αισχύλου και Ευριπίδη απέναντι στην ηρωίδα που υποδύεται, για τη σύγχρονη πραγματικότητα και το ρόλο των ηθοποιών μέσα σε αυτή.
κ. Καραμπέτη για 2η συνεχόμενη χρονιά υποδύεστε την Κλυταιμνήστρα, καθώς πέρσι παίξατε στην “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” του Ευριπίδη. Τι σας ελκύει στον συγκεκριμένο ρόλο ώστε να θέλετε και 2 χρονιά να τον παίξετε, έστω και σε μια άλλη θεατρική παράσταση;
Είναι ένας από τους συγκλονιστικότερους ρόλους που έχουν γραφτεί, ένας ρόλος πολυπρισματικός, που έχει τόσα πολλά διαφορετικά πρόσωπα και τόσες πολλές ιδιότητες που αποτελεί πρόκληση για τον ηθοποιό. Η περσινή Κλυταιμνήστρα ήταν μια μητρική φιγούρα, μια γυναίκα που πήγαινε στην Αυλίδα για να παραστεί στους γάμους της κόρης της με τον Αχιλλέα, και ξαφνικά βρέθηκε να βιώνει το αδιανόητο: ο ίδιος της ο σύζυγος να σκοτώνει, να σφαγιάζει το παιδί τους στον βωμό της πολιτικής του φιλοδοξίας. Εκεί ήταν μια γυναίκα που έκλαιγε, εκλιπαρούσε, με τις ικεσίες της να βρίσκονται σε πρώτο επίπεδο. Εδώ, μετά από 10 χρόνια, είναι μια γυναίκα που ο πόνος έχει μεταβληθεί σε μίσος, μια Μαινάδα που θέλει να εκδικηθεί. Επιπλέον, αυτά τα χρόνια που έχουν περάσει έχει επαναστατήσει εναντίον του ανδρικού καθεστώτος. Είναι η εκπρόσωπος της μητριαρχίας, είναι αυτή που φιλοδοξεί να έχει την εξουσία, είναι αντιβασιλέας στο πόδι του συζύγου της. Και αυτή την αντιβασιλεία θέλει να την κάνει μόνιμη.
Στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία, με τα όσα βιώνουμε, χρειαζόμαστε μια επανάσταση όπως αυτή της Κλυταιμνήστρας (άσχετα με το πώς αυτή εκδηλώθηκε);
Φυσικά. Αυτό είναι το ζητούμενο της εποχής. Να έρθει ένας καινούριος “τρόπος” που να μπορεί να γκρεμίσει το παλιό σύστημα και να δώσει σε όλους τους πολίτες καλύτερες συνθήκες διαβίωσης. Να δώσει, με άλλα λόγια, νέους “τρόπους” που να επικεντρώνονται στον άνθρωπο και στις αξίες, και όχι στα κέρδη που φιλοδοξούν να έχουν τα κέντρα χρήματος και εξουσίας.
Η Κλυταιμνήστρα εκδικείται στον “Αγαμέμνονα”. Το θέμα της εκδίκησης εμφανίζεται πολύ συχνά στις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Πρόσφατα, μάλιστα, παρακολουθήσαμε στο Φεστιβάλ Φιλίππων-Θάσου τις “Βάκχες”, στις οποίες ο Διόνυσος θέλει να εκδικηθεί όσους τον εκδίωξαν από την Θήβα και επιστρέφει στην γενέτειρά του με στόχο να επιβάλλει την θέλησή του. Θεωρείτε ότι ο “Αγαμέμνων” μπορεί να περάσει ένα μήνυμα ότι ο λαός ζητάει, κατά κάποιο τρόπο, μια εκδίκηση;
Η εκδίκηση είναι ένα ανθρώπινο στοιχείο. Ωστόσο στην τριλογία του με τίτλο “Ορέστεια”[1] ο Αισχύλος προσπαθεί να πει ότι σε μια πολιτισμένη κοινωνία θα πρέπει να περάσουμε από την εκδίκηση του ανθρώπου στην θεσμοθετημένη δικαιοσύνη. Να ξεφύγουμε, δηλαδή, από αυτόν τον κύκλο αίματος γιατί κάθε αυτοδικία δεν καταφέρνει τίποτα άλλο από το να δημιουργεί νέο κύκλο βεντέτας, με συνέπεια να παίρνει ένας αυτό ακριβώς που δίνει. Αυτό συμβαίνει με την Κλυταιμνήστρα, η οποία εκδικείται και δολοφονεί τον σύζυγό της αλλά θα φονευθεί και η ίδια της από τον ίδιο της τον γιο, ο οποίος κατόπιν θα κυνηγηθεί από τις Ερινύες. Η άποψη του Αισχύλου περί της αναγκαιότητας της θεσμοθέτησης της δικαιοσύνης θα γίνει ακόμα πιο σαφής στις “Ευμενίδες”, μέσα από την ίδρυση του Αρείου Πάγου και την ψήφο των πολιτών. Το μήνυμα, λοιπόν, του Αισχύλου είναι ότι η εκδίκηση δεν συνιστά δικαιοσύνη.
Ο Αισχύλος, ιστορικά, ήταν παλιότερος από τον Ευριπίδη (πέθανε το 456-455 π.χ., όταν ο Ευριπίδης ήταν περίπου 25 χρονών). Με δεδομένο ότι στην “Ορέστεια” του Αισχύλου και στην “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” του Ευριπίδη σκιαγραφήθηκαν (μεταξύ άλλων) οι χαρακτήρες του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, ποιες πιστεύετε ότι είναι οι βασικές διαφορές των δύο τραγικών ποιητών στον τρόπο γραφής και στην απεικόνιση των χαρακτήρων;
Ο κάθε συγγραφέας χειρίζεται διαφορετικά τον μύθο. Έχουν γραφτεί άπειρες μελέτες πάνω στα έργα αυτά, αλλά το γενικό συμπέρασμα είναι ότι ο Αισχύλος έχει μια θεοκρατική αντίληψη και μιλάει για το πόσο εμπλέκονται οι θεοί στην ανθρώπινη ζωή και την ανθρώπινη μοίρα. Οι θεοί, για τον Αισχύλο είναι συμπαντικές δυνάμεις που βρίσκονται εκεί έξω και που χειρίζονται τα ανθρώπινα πράγματα με την δική τους δύναμη και το δικό τους κύρος. Ο Ευριπίδης, από την άλλη, αμφισβητεί την θεϊκή ισχύ αλλά ακόμα και την ίδια την ύπαρξη των θεών ή την σοφία τους. Αντίθετα επικεντρώνεται στον άνθρωπο πιστεύοντας ότι αυτός και ο νους του είναι κατεξοχήν υπεύθυνος για το πώς διαχειρίζεται και χτίζει την ζωή του. Ο Ευριπίδης θεωρείται ότι είναι πιο μοντέρνος από όλους τους τραγικούς.
Πιστεύετε ότι αυτό έχει σχέση και με την εποχή που γράφτηκαν οι τραγωδίες; Ας μην ξεχνάμε ότι ο Αισχύλος έγραψε τον “Αγαμέμνονα” το 458 π.Χ., όταν ο Χρυσός Αιώνας του Περικλή είχε μόλις ξεκινήσει, ενώ ο Ευριπίδης έγραψε την “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” το 405 π.Χ., όταν η Αθήνα ήταν αντιμέτωπη με το φάσμα της ήττας στον Πελοποννησιακό Πόλεμο αλλά και με την αμφισβήτηση για τον πόλεμο και όλα όσα αυτός πρεσβεύει;
Σαφώς. Έχει γίνει μια τεράστια διαδρομή μέσα στον χρόνο. Την περίοδο που διδάχτηκε η “Ιφιγένεια εν Αυλίδι” ο Χρυσός Αιώνας του Περικλή και η μεγάλη ακμή της Αθήνας ανήκουν πια στο παρελθόν. Η πόλη καταστρέφεται, ενώ και η εμπειρία του καταστροφικού Πελοποννησιακού Πολέμου κάνει τους ανθρώπους πιο σκεπτικιστές. Ο Ευριπίδης είναι ο κατεξοχήν αμφισβητίας, ο άνθρωπος που θα δει την ζωή και όλα τα πάσης φύσεως οντολογικά ζητήματα μέσα από το δικό του πρίσμα, η οποία επηρεάζεται από τις δικές του εμπειρίες.
Ένα τελευταίο ερώτημα. Είστε αρκετά χρόνια στην ελληνική υποκριτική σκηνή (τόσο στον κινηματογράφο και την αρχαία ελληνική τραγωδία όσο και την τηλεόραση). Θεωρείτε ότι οι νέοι ηθοποιοί μπορούν, παρά την κρίση, να προσφέρουν στην τηλεόραση και στο θέατρο; Βλέπουμε πάρα πολλούς ηθοποιούς να δηλώνουν απογοητευμένοι (και με το δίκιο τους, ως ένα βαθμό, με αυτά που βλέπον) και να πιστεύουν ότι δεν έχουν το κουράγιο να ασχοληθούν με το θέατρο. Τι θα λέγατε σε όλους αυτούς;
Κοιτάξτε, τα τελευταία χρόνια οι δραματικές σχολές έγιναν ένα εργοστάσιο που παρήγαγε ένα τεράστιο αριθμό ηθοποιών, ο οποίος δεν ήταν δυνατόν να απορροφηθεί, ακόμα και τότε που υπήρχαν καλύτερες επαγγελματικές συνθήκες. Εκείνα τα χρόνια υπήρχε μια τηλεόραση που ήταν ούτως ή άλλως κακή αλλά έδινε δουλειά σε κάποιους ανθρώπους. Τώρα δεν κινείται τίποτα στην τηλεόραση, με συνέπεια η ανεργία να μαστίζει τον κλάδο. Η αλήθεια είναι ότι κανένας δεν μπορεί να επιβιώσει μόνο με τα χρήματα του ηθοποιού. Οι άνθρωποι έχουν οικογένειες και παιδιά να μεγαλώσουν και να σπουδάσουν, ακόμα και γέροντες γονείς που πρέπει να τους στηρίξουν. Αυτό έχει σαν συνέπεια να τα παρατούν στην μέση, ψάχνοντας δουλειά κάπου αλλού. Τώρα θα μου πείτε “Πού;”, την στιγμή που δεν υπάρχουν έτσι και αλλιώς δουλειές. Εν πάση περιπτώσει ο κλάδος των ηθοποιών μαστίζεται από τεράστια ανεργία, ενώ υπάρχει και υπερπληθυσμός ανθρώπων που είναι ηθοποιοί αλλά δεν ασκούν, ουσιαστικά, το επάγγελμα.
Από εκεί και πέρα, για μένα ένας νέος άνθρωπος που ξεκινάει με πολλά όνειρα θα επιβιώσει μονάχα αν επιδείξει πραγματικά τεράστια αγάπη, πάθος και αφοσίωση για αυτή την τέχνη και είναι συνειδητοποιημένος. Οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν την τέχνη μας σαν ένα μέσο προσφοράς στην κοινωνία, τον πολίτη και τον άνθρωπο θα επιβιώσουν, σε αντίθεση με αυτούς που θεωρούν ότι βρίσκονται σε έναν χώρο στον οποίο θα προβληθούν οι ίδιοι τους ναρκισσιστικά ή που νομίζουν ότι υπήρχε ένα lifestyle που τον γοήτευε. Όλα αυτά ήταν ψεύτικα και πλασματικά, ένα προϊόν της επίπλαστης ευημερίας που καλλιεργούσε το σύστημα και τα media. Τώρα με την κρίση τα πράγματα έχουν αρχίσει να επαναπροσδιορίζονται και αποκτούν το πραγματικό τους μέτρο και πρόσωπο. Νομίζω ότι εκεί θα φανεί ποιοι είναι αυτοί που θεωρούν την δουλειά αυτή σαν μέσο έκφρασης αλλά και σαν χώρο προσφοράς.
[1] Η “Ορέστεια” του Αισχύλου είναι η μοναδική τριλογία που σώζεται από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Αποτελείται από τα έργα “Αγαμέμνων”, “Χοηφόροι” και “Ευμενίδες”
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;