«Περνάει κόσμος από δω, τραβάει μερικές φωτογραφίες και φεύγει. Ούτε καλησπέρα δεν λένε. Τι θα τις κάνεις τις φωτογραφίες; Αν δεν χαλαρώσεις, δεν τον καταλαβαίνεις αυτόν τον τόπο. Δες κι ένα χωριό λιγότερο, δεν πειράζει. Το θέμα είναι να μιλήσεις με τους ανθρώπους, να καθίσεις μαζί τους στα καφενεία, να τους γνωρίσεις. Αλλιώς, τι έχει ένας τόπος να σου δώσει;».
{loadposition likebox} {loadposition tweet}
Ο κύριος Ναπολέων κάθεται στο τραπέζι μας, στο παραδοσιακό καφενείο του, ανάμεσα σε ασπρόμαυρες φωτογραφίες του κουκλίστικου χωριού του, των Καλαρρυτών, κι ετοιμάζεται να πάρει παραγγελία. Αντί για μακροσκελείς λίστες με αξιοθέατα και διαδρομές που δεν πρέπει να χάσουμε, μας δίνει συμβουλές για το πώς –και όχι πού– πρέπει να δούμε τον τόπο του: αργά. Και έχει δίκιο.
Γιατί τα Τζουμέρκα, πολύ περισσότερο από μερικά κουκλίστικα χωριά φωλιασμένα στις καταπράσινες πλαγιές της Πίνδου και πλαισιωμένα από τα τοπία εκείνα που κοσμούν τα παιδικά παραμύθια, είναι ένα από τα τελευταία καταφύγια του χρόνου που κυλά αργά. Έτη φωτός μακριά από την τουριστική ανάπτυξη των γειτονικών Ζαγοροχωρίων, και των top-10 ταξιδιωτικών οδηγών που θα σας προτείνουν «27 αξιοθέατα σε 65 λεπτά», τα Τζουμέρκα δεν χωρούν σε ιλουστρασιόν μπροσούρες και ωρολόγια προγράμματα. Είναι από εκείνους τους βουνίσιους προορισμούς που δεν τους βλέπεις από το παράθυρο του αυτοκινήτου, αλλά από την καρδιά των μονοπατιών τους, την σκιά των πλατανιών τους ή τις τζαμαρίες των καφενείων τους, ενώ έξω χιονίζει. Παραγγείλτε ελληνικό καφέ ψημένο στη χόβολη, κι ακολουθήστε μας νοερά.
Οι Καλαρρύτες, το Συρράκο και το μονοπάτι τους
Ίσως το ομορφότερο χωριό της περιοχής, οι κρυμμένοι από τον κεντρικό δρόμο Καλαρρύτες φωλιάζουν στην καταπράσινη χαράδρα του ποταμού Καλαρρύτικου που τους χάρισε το όνομά τους –ή μήπως συνέβη το αντίθετο;– και αποτελούν ιδανική βάση για τις εξορμήσεις σας. Το να περιγράψει κανείς το χωριό ως «αμφιθεατρικά κτισμένο» είναι μάλλον λίγο στην περίπτωση των Καλαρρυτών, οι πετρόχτιστες ανηφόρες των οποίων θα βγάλουν νοκάουτ τον νεοφερμένο επισκέπτη, τουλάχιστον την πρώτη φορά. Μόλις, όμως, τις συνηθίσετε, δεν θα χορταίνετε βόλτες ανάμεσα σε πέτρινα σπιτάκια με ξύλινες πόρτες βαμμένες γαλάζιες (όσο παράξενο και αν ακούγεται για ορεινό χωριό, το μπλε είναι το χρώμα των Καλαρρυτών), λουλουδιασμένες αυλές και θέα σε καταπράσινες πλαγιές που εκτείνονται ως τη γραμμή του ορίζοντα.
Η πλακόστρωτη πλατεία του χωριού, που σκεπάζεται σχεδόν εξολοκλήρου από αιωνόβια πλατάνια, φιλοξενεί το πέτρινο κτίριο του παλιού κοινοτικού γραφείου και τη συλλογή λαϊκών αντικειμένων που επιμελήθηκαν η δασκάλα του χωριού, Κατερίνα Μουσαφίρη, και ο σύζυγός της. Πέρα από την ίδια τη συλλογή, που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων παραδοσιακές φορεσιές, χειρόγραφες επιστολές του 19ου αιώνα, εργαλεία χρυσοχόων και γεωργών και έναν ολόκληρο αργαλειό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ίδιο το κτίριο: αναστηλωμένο αρχοντικό του 19ου αιώνα, απλωμένο σε διαφορετικά επίπεδα και γεμάτο μυστικές καταπακτές και κρυφές διόδους διαφυγής. Πάνω από την πλατεία, θα πιάσετε τραπεζάκι κάτω από τα κάδρα με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, στο καφενεδάκι Άκανθος του Ναπολέοντα Ζάγκλη, για μυρωδάτο ελληνικό καφέ, σπιτικές πίττες και θεσπέσια μαγειρευτά, σε υπέροχη παρεΐστικη ατμόσφαιρα. Δείτε εδώ περισσότερες ιδέες και λεπτομέρειες για τις βόλτες σας στο χωριό.
Στο ακριβώς απέναντι σημείο της χαράδρας, τόσο κοντά που θαρρείς ότι μπορείς να απλώσεις το χέρι και να το πιάσεις, είναι κτισμένο το «δίδυμο χωριό» των Καλαρρυτών, Συρράκο. Μην ξεγελιέστε, όμως: αν αποφασίσετε να την περπατήσετε, η φαντασμαγορική διαδρομή που ακολουθεί το μονοπάτι μέσα από το φαράγγι –και αποτελεί το σημείο μηδέν των Τζουμέρκων για τους λάτρεις της πεζοπορίας– θα σας πάρει περί τη μία ώρα, ενώ λίγο λιγότερο θα χρειαστείτε για να οδηγήσετε τον φιδωτό δρόμο που ενώνει τα δύο χωριά. Όπως και αν επιλέξετε να φτάσετε εδώ, το κουκλίστικο Συρράκο αξίζει οπωσδήποτε μια επίσκεψη, για να περιπλανηθείτε στα ανηφορικά δρομάκια του και να θαυμάσετε την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του.
Η Μονή Κηπίνας
Πολύ κοντά στους Καλαρρύτες, η λαξευμένη στον βράχο Μονή Κηπίνας, που χρονολογείται από τον 18ο αιώνα, είναι ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της περιοχής, όχι μόνο για την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική της (η πρόσβαση στο μοναστήρι γίνεται μόνο από ένα ξύλινο κινητό γεφυράκι που όταν ανοίγει δημιουργεί καταπακτή τεσσάρων μέτρων στον γκρεμό κάτω από τη μονή) αλλά και για την πανοραμική θέα που προσφέρει, σκαρφαλωμένη εκεί ψηλά, στα κρυστάλλινα νερά του Καλαρρύτικου, την καταπράσινη χαράδρα του και τις ολόλευκες κορυφές που υψώνονται γύρω της.
Το μοναστήρι είναι πλέον εγκαταλελειμμένο, πράγμα που σημαίνει ότι για να το επισκεφθείτε θα πρέπει να ζητήσετε τα κλειδιά από το καφενείο που θα βρείτε στο αριστερό σας χέρι, περί το ένα χιλιόμετρο μετά τη μονή, όπως έρχεστε από τους Καλαρρύτες –η σχετική ταμπέλα «εδώ τα κλειδιά της Μονής Κηπίνας» απέξω διαλύει κάθε αμφιβολία ότι ήρθατε στο σωστό μέρος.
Τα Πράμαντα και οι Μελισσουργοί
“Super Pramadise” γράφει η ταμπέλα του μοναδικού club της περιοχής, η οποία μας καλωσορίζει στην είσοδο του χωριού των Πραμάντων, κλείνοντας το μάτι και αποδεικνύοντας πως σε αυτά τα μέρη τα πάντα έχουν γίνει με αστείρευτο κέφι και πηγαία αίσθηση του χιούμορ. Κεφαλοχώρι της περιοχής, τα Πράμαντα συνδυάζουν τις ανέσεις του δυτικού πολιτισμού (βλέπε το μοναδικό βενζινάδικο της περιοχής) με τους ήσυχους, χαλαρούς ρυθμούς του χωριού. Η μεγάλη, πλακόστρωτη πλατεία, στην οποία απλώνουν τραπέζια τα γύρω καφενεία και ταβερνάκια όταν ο καιρός είναι καλός, φιλοξενεί μία από τις ωραιότερες προτάσεις για φαγητό στην περιοχή, το Πέτρινο –λεπτομέρειες παρακάτω.
Αν έχετε όρεξη για λίγο sightseeing ακόμα, περί τα δέκα λεπτά έξω από τα Πράμαντα βρίσκεται το Σπήλαιο της Ανεμότρυπας, ένα εντυπωσιακό σπήλαιο με μία από τις μεγαλύτερες εσωτερικές λίμνες στην Ελλάδα. Το αξιοποιημένο τμήμα του έχει μήκος 250 μέτρα και η διάρκεια της επίσκεψης είναι περίπου 25 λεπτά, αλλά οι εντυπωσιακοί σταλακτιτικοί και σταλαγμιτικοί σχηματισμοί του ενδέχεται να σας κρατήσουν καθηλωμένους για αρκετά περισσότερη ώρα.
Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τα Πράμαντα, οι Μελισσουργοί είναι άλλο ένα κουκλίστικο χωριό, χτισμένο εξολοκλήρου από πέτρα και ξύλο, που προσφέρει πανοραμική θέα στα βγαλμένα από παραμύθι τοπία που το περιβάλλουν. Η μεγάλη, λιθόκτιστη πλατεία του που θυμίζει γιγάντιο μπαλκόνι στο χείλος του γκρεμού, φιλοξενεί ένα γλυκύτατο καφενείο κι ένα ταβερνάκι που σερβίρει τοπικές νοστιμιές –μαγειρευτά τα Σαββατοκύριακα με κόσμο, ντόπια κρέατα καλοψημένα στη σχάρα τον υπόλοιπο καιρό. Πάνω από την πλατεία, η εντυπωσιακή εκκλησία του Αγίου Νικολάου τραβάει το βλέμμα με τις διαδοχικές αψίδες που στολίζουν την στοά του περίβολου της.
Τα Άγναντα και ο Καταρράκτης
Οι λάτρεις της πεζοπορίας θα ενθουσιαστούν στα Άγναντα: η ανηφορική διαδρομή ως τον Λόφο του Γυμνασίου, που διασχίζει σχεδόν όλο το πετρόχτιστο χωριό, καταλήγει σε ένα σημείο με φαντασμαγορική θέα –σε πρώτο πλάνο το πανέμορφο χωριό, και πίσω του, να το κορνιζάρουν, οι χιονισμένες βουνοκορφές των Τζουμέρκων. Πολύ κοντά στα Άγναντα, ο Καταρράκτης –που πήρε το όνομά του από τον ύψους 110 μέτρων καταρράκτη του– προσφέρεται επίσης για πολύωρες περαντζάδες στα λιθόκτιστα δρομάκια του και ολοήμερο άραγμα κάτω από τα πλατάνια της πλατείας του.
Σε απόσταση δέκα λεπτών οδήγησης έξω από το χωριό, θα συναντήσετε το ξύλινο, ειδικά κατασκευασμένο μονοπάτι που οδηγεί στον καταρράκτη. Περπατώντας το, θα έχετε την ευκαιρία να θαυμάσετε το φαντασμαγορικό του θέαμα από κάθε πιθανή γωνία. Επιστρέφοντας, αν βρείτε ανοιχτό το κιόσκι στην αρχή της διαδρομής, πιάστε θέση για καφέ ή μαγειρευτό φαγητό μετά πανοραμικής θέας στα γύρω τοπία.
Το Γεφύρι της Πλάκας
Το καλύτερο αξιοθέατο το αφήσαμε για το τέλος: το Γεφύρι της Πλάκας είναι ίσως το ομορφότερο –και σίγουρα το μεγαλύτερο– ηπειρώτικο γεφύρι που έχετε δει. Το ιλιγγιώδες ύψος του αγγίζει τα 21 μέτρα, ενώ το μήκος του εκτείνεται σε 61 μέτρα, ενώ κάτω από τις περίτεχνες καμάρες του περνά κελαρυστός ο Άραχθος. Το εκθαμβωτικά λευκό γεφύρι χτίστηκε το 1866, αποτέλεσε ως το 1912 το βορειότερο σύνορο της Ελλάδας, ενώ φιλοξένησε, τον Φεβρουάριο του 1944, την εννιαήμερη συνδιάσκεψη που οδήγησε στην υπογραφή της λήξης του Εμφυλίου. Θα το βρείτε ανάμεσα στα χωριά Καλέτζι και Μονολίθι, ακολουθώντας τις σχετικές πινακίδες, κι εν συνεχεία κατηφορίζοντας το πετρόχτιστο μονοπάτι. Πλακόστρωτα μονοπάτια εκτείνονται και στις δύο όχθες του Άραχθου που ενώνει το γεφύρι, δίνοντας στους λάτρεις της πεζοπορίας μία ακόμα αφορμή για περιπλάνηση κάτω από τα πλατάνια.
Κι αν επιμένετε για λίγη δράση…
Rafting, πεζοπορία, κανό καγιάκ και πολλές ακόμη δραστηριότητες οργανώνονται από την Trekking Hellas, τη Via Natura και τη No Limits και υπόσχονται να μην σας αφήσουν να πλήξετε. Οι διαδρομές που ακολουθούν ο Άραχθος και ο Καλαρρύτικος είναι ούτως ή άλλως μαγευτικές –πόσο μάλλον όταν τις θαυμάζετε «εκ των έσω», ακολουθώντας την πορεία των νερών τους. Αν πάλι προτιμάτε κάτι λιγότερο οργανωμένο, από όλα σχεδόν τα χωριά ξεκινούν πανέμορφα μονοπάτια κατάλληλα για περπάτημα ή και ορειβασία. Δύο από τις ωραιότερες είναι αυτές που ξεκινούν από το καταφύγιο των Πραμάντων: η πρώτη καταλήγει, μετά από μία περίπου ώρα, στον καταρράκτη, και η δεύτερη σκαρφαλώνει στην κορυφή επάνω από το καταφύγιο –περισσότερο κουραστική και χρονοβόρα, ενδείκνυται για μυημένους λάτρεις της ορειβασίας, που έχουν εκ των προτέρων τσεκάρει πως θα έχουν τις καιρικές συνθήκες με το μέρος τους.
Κείμενο – φωτογραφίες: Ηρώ Κουνάδη
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;