Από τα πηγαδάκια στα πέριξ της Ομόνοιας και τους κήπους του Ζαππείου μέχρι τα άδυτα της Βουλής-όταν ο όρος δεν ήταν ταμπού αλλά σύμβολο δημοκρατίας-οι άνθρωποι γνώριζαν τι σημαίνει πολιτική αντιπαράθεση, επιχείρημα, αρχαιοελληνικό λόγον διδόναι (το να δίνεις, δηλαδή, λόγο και λογαριασμό για όσα έκανες). Σήμερα, όμως, που ο διάλογος εξαντλείται στο απρόσωπο και στιγμιαίο στάτους του facebook ή στα τιτιβίσματα του τουίτερ, τη θέση του παίρνει αυτόματα η βία. Κι όχι οποιαδήποτε βία αλλά αυτή των social media αφού αρκεί η επίθεση ενός δημοφιλούς user που έχει μαζέψει με το μέρος του φίλους, σύντεκνους, πρώην γκόμενες και κάθε πικραμένο-αυξάνοντας έτσι τον αριθμό των κάλπικων φίλων-για να γίνει το κακό.
Αρκεί το σύνθημα της επίθεσης για να μετατραπεί το facebook σε πολεμικό πεδίο με όπλα τα μαζικά viral του ενός εναντίον του άλλου και ζητήματα ήσσονος σημασίας να γίνουν πολιτικά ζητήματα ολκής. Αν δεν υπήρχαν τα social media μάλλον κανείς δεν θα ήξερε ότι η Κική Δημουλά εκτός από ποιήματα ασχολείται και με τα παγκάκια της Κυψέλης ή ότι η Λένα Διβάνη τρέφει επικίνδυνο έρωτα για τους ελεγκτές. Αλλά δεν είναι μόνο οι γνωστοί-άγνωστοι συγγραφείς που πρωταγωνιστούν σε κάθε λογής διαδικτυακά θρίλερ. Σε πολλές περιπτώσεις οι αυθόρμητες σκέψεις μετατρέπονται σε ολάκερα παραληρήματα συμπαρασύροντας ανθρώπινες ψυχές, έντυπα και οργανισμούς για πρωτοβουλίες που, σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να δέχονταν πολλαπλούς επαίνους.
Ενδεικτική είναι η καμπάνια του Καβάφη που πραγματοποιήθηκε ύστερα από πρωτοβουλία του ιδρύματος Ωνάση, που γνώρισε τέτοια επίθεση μόνο και μόνο επειδή υπέπεσε στο σφάλμα της παρανόησης ορισμένων στίχων. Τα κύματα λεκτικής βίας, απόδειξη του φασιστικού μένους που διαπνέει τις παρυφές των social media,υποτίθεται ότι είχαν ως αιτία, κατά ειρωνικώ τρόπω, τη λέξη βία-που εν προκειμένω σημαίνει βιασύνη. Η βεβιασμένη βία των social media απαντούσε δηλαδή στη βιασύνη του Ιδρύματος που δεν ζύγισε καλά τους ειρωνικούς στίχους του Καβάφη μετατρέποντας ένα ατόπημα σε αφορμή για συνωμοσιολογικά σενάρια. Απόδειξη ότι αυτό που απουσιάζει, όπως έγραφε κι ο Αλεξανδρινός ποιητής είναι:
“ε λύπη κιόλας κ’ ευσπλαχνία·
γενναίοι οσάκις είναι πλούσιοι, κι όταν
είναι πτωχοί, πάλ’ εις μικρόν γενναίοι,
πάλι συντρέχοντες όσο μπορούνε·
πάντοτε την αλήθεια ομιλούντες,
πλην χωρίς μίσος για τους ψευδομένους”.
Ο Καβάφης, άλλωστε, παρέμενε πάντα μακριά από απόλυτα συμπεράσματα και φασιστικού τύπου κατηγορίες. Γιατί όχι και εμείς;
πηγή: www.protothema.gr
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, για την συλλογή στατιστικών στοιχείων και την διασφάλιση της καλύτερης εμπειρίας σας.
Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Tι είναι τα Cookies;